Σε μια εποχή όπου τα δεδομένα γίνονται ζητούμενα, η χρονομηχανή του Hoopfellas ανοίγει τις πόρτες της για ένα ταξίδι στο παρελθόν, παρουσιάζοντας τις καλύτερες ομάδες που δεν κατάφεραν να φτάσουν στην κατάκτηση του Αγίου Δισκοπότηρου της Ευρωλίγκας, τα τελευταία είκοσι χρόνια. Σπουδαίες προσωπικότητες, προπονητικές δουλειές που άφησαν το δικό τους ξεχωριστό σημάδι στη Βίβλο της διοργάνωσης, μεγάλα ματς, χαμένες ευκαιρίες και ανεκπλήρωτες υποσχέσεις…
Περίεργες εποχές. Δύσκολοι καιροί. Την ώρα που η παγκόσμια κοινότητα αρχίζει να θυμίζει τις δυστοπικές κοινωνίες του Όργουελ ή του Χάξλεϋ και το ανθρώπινο είδος δέχεται μια απειλή η οποία μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από τις σελίδες της λογοτεχνίας, όλοι (κάποιοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο) βιώνουμε την ένταση μιας φράσης που η σελίδα μας έχει χρησιμοποιήσει κατά κόρον στο παρελθόν.
“Στη ζωή αλλά και στον αθλητισμό κάποια στιγμή τα δεδομένα γίνονται ζητούμενα”.
Κανείς δεν γνωρίζει που θα καταλήξει όλο αυτό. Ίσως φτάσαμε και εμείς σε ένα τέλμα “αναγκάζοντας” την ίδια τη φύση να μας στείλει ένα μήνυμα. Μια ισχυρή ειδοποίηση για αλλαγή, αναθεώρηση. Το δράμα που ζουν πολλές χώρες με πρώτη τη γειτονική Ιταλία είναι βγαλμένο από έναν πολύ σκοτεινό εφιάλτη. Δεν χωρούν λόγια και τσιτάτα για αυτό.
Τις ημέρες αυτές της απομόνωσης και της καραντίνας, η κοινότητα μας αγκάλιασε αυτό που μαζί έχουμε χτίσει εδώ, με πολύ κόπο. Το Hoopfellas είναι και για εμένα όπως και για κάποιους από εσάς, εκτός των άλλων, και ένα όχημα ώστε να ταξιδεύουμε αφήνοντας για λίγο στην άκρη την καθημερινότητα. Ήταν πολύ ζεστό το κλίμα που δημιουργήσατε εδώ, στον χώρο που επιτρέπονται συγκεντρώσεις άνω των δέκα ατόμων και όλοι μπορούμε να κάτσουμε στο ίδιο τραπέζι χωρίς μέτρα προστασίας. Αυτή η πόρτα θα είναι πάντα ανοιχτή για όποιον θελήσει να μπει, φέρνοντας μαζί (και σε αυτή την ανάρτηση, είναι προαπαιτούμενο) τα βιβλία ή τις ταινίες του. Δεν είναι καιρός για αψιμαχίες και άσχημα σχόλια. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για κάτι τέτοιο γιατί δεν έχουμε τον χρόνο. Βασικά, δεν τον είχαμε ποτέ.
Σήμερα το μενού έχει νοσταλγία. Επέλεξα μερικές από τις καλύτερες ομάδες που δεν κατάφεραν να φτάσουν στην κατάκτηση του τίτλου της Ευρωλίγκας την τελευταία εικοσαετία. Σύνολα που ξεκίνησαν με μεγάλα όνειρα και κάποια από αυτά έπαιξαν σπουδαίο μπάσκετ, άλλα που ρόλαραν μέσα στη σεζόν ερχόμενα με φόρα στην πρώτη γραμμή από το πουθενά. Πάμε μαζί να θυμηθούμε και κυρίως να νοσταλγήσουμε…
Stats source: Real GM
Unicaja Malaga 2006-07
ΟRAT: 110.0 (8)
DRAT: 103.1 (5)
Effective FG%: 55.1 (4)
Opponent Effective FG%: 49.7 (1)
Στη τρίτη σεζόν του Σκαριόλο στην Ανδαλουσία, η Ουνικάχα έχει ήδη χτίσει έναν ποιοτικό κορμό παιχτών και προσθέτει τα δύο βασικά κομμάτια της προσπάθειας της, σε ηγετικούς ρόλους. Τον θρυλικό Μάρκους Μπράουν και τον γίγαντα Ντάνιελ Σαντιάγκο. Ο Αμερικανός σούπερ-σκόρερ ήταν η επιτομή του eye of the tiger στα ξύλινα παρκέ. Είχε ήδη δώσει τα διαπιστευτήρια του στη Γαλλία (Ορτέζ, Λιμόζ), έκανε όργια στο Τρεβίζο και στη Πόλη (Αναντολού) αλλά είχε χρεωθεί ως ηγέτης, το απίστευτο choking της ΤΣΣΚΑ την προηγούμενη σεζόν στο F4 της Μόσχας. Υπήρχαν παρ’όλα αυτά βραδιές που σε έκανε να πιστεύεις ότι κρύβει ατσάλι μέσα από το εσώρουχο του.
Γύρω του η Ουνικάχα οικοδόμησε ένα σκληροτράχηλο και πολύ αποτελεσματικό αμυντικά σύνολο. Οι Χόρχιε Γκαρμπαχόθα και Πέπε Σάντσεθ έφερναν leadership, οι Καμπέθας-Πιετρούς ανέβαζαν σημαντικά το επίπεδο στα μετόπισθεν ενώ οι Μπέρνι Ροντρίγκεθ-Στεφάν Ρισασέ (συν τον Ουόλτερ Χέρμαν) έδωσαν μπόλικα clutch plays όταν χρειάστηκε. Το σύνολο του Σκαριόλο είχε οικοδομήσει σπουδαίο χαρακτήρα ελέγχοντας τα ματς μέσα από την άμυνα και τη δύναμη του στο ριμπάουντ, όντας μια από τις πιο δυσκολοκατάβλητες ομάδες εκείνης της σεζόν στη διοργάνωση με αξιοσημείωτη ικανότητα στο σετ παιχνίδι. Η Ουνικάχα έφτασε στο F4 της Αθήνας όπου τερμάτισε στη τρίτη θέση. Μια πραγματική ομάδα.
Fenerbahce 2015-16
ΟRAT: 112.9 (4)
DRAT: 104.5 (4)
Effective FG%: 53.8% (4)
O Zoτς βρίσκεται στην Πόλη από το 2013 και η Φενέρ κάνει ένα βήμα την κάθε σεζόν, έχοντας φτάσει στο F4 της Ευρωλίγκας την προηγούμενη χρονιά. Έχει έρθει η ώρα του τίτλου. Όλοι το νιώθουν αυτό. Ο Σέρβος mastermind έχει φέρει τον Κώστα Σλούκα στη Τουρκία ο οποίος πλαισιώνει μαζί με τον Χίκμαν τον go-to-guy της ομάδας, Μπόμπι Ντίξον , τους Κάλινιτς-Ντατόμε στα φόργουορντ (ο Ιταλός ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας με 12.6 πόντους στην EL) όπου είχε χάσει τον Μπιέλιτσα, τον Ούντο στην καρδιά της ρακέτας ενώ οι πυλώνες Μπογκντάνοβιτς-Βέσελι «έτρεχαν» τη δεύτερη σεζόν τους στον οργανισμό. Η ομάδα έχει φρεσκάδα και είναι πολύ αποτελεσματική και στις δύο πλευρές του γηπέδου.
Από ένα σημείο και μετά η Φενέρ ανεβάζει στροφές και αυτό που βιώνει η Ρεάλ Μαδρίτης (3-0, στους 70.0 πόντους η παραγωγικότητας των Ισπανών) στα playoffs τρομάζει τον ανταγωνισμό μιας και οι Τούρκοι παίζουν ολοκληρωτικό μπάσκετ.
Στο Βερολίνο επιστρέφουν μετά από ένα εφιαλτικό πρώτο ημίχρονο και αγκαλιάζουν την κούπα απέναντι στη ΤΣΣΚΑ όμως το follow του Χριάπα στέλνει το ματς στην παράταση και εν τέλει μεταθέτει το όνειρο για την επόμενη σεζόν (όπου όντως κατάφεραν να πατήσουν στην κορυφή μέσα στη δική τους έδρα). Ένα σπουδαίο σύνολο που έμοιαζε να ωριμάζει παιχνίδι με το παιχνίδι, παρουσιάζοντας συνέχεια και συνέπεια στην εξελικτική του διαδικασία, η οποία κεφαλαιοποιήθηκε ένα χρόνο αργότερα.
Βarcelona 2008-09
ΟRAT: 118.3 (3)
DRAT: 99.5 (1)
DRB%: 73.8 (1)
Mε τον νεαρό ρούκι (36 ετών) Τσάβι Πασκουάλ στο τιμόνι και ένα καθαρό ευρωπαϊκών καταβολών οικοδόμημα (μοναδικός Αμερικανός ο συμπληρωματικός PG Αντρέ Μπάρετ συν τους «Ευρωπαίους» Σαντιάγκο και Ντέιβιντ Άντερσεν, οι μόνοι non Europeans στο ρόστερ) οι Καταλανοί μπαίνουν δυναμικά σε μια καινούργια για αυτούς εποχή. Ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς δεν είχε πετύχει σπουδαία πράγματα την προηγούμενη σεζόν όμως άφησε μια σημαντική κληρονομία. Έβαλε τις βάσεις στα μετόπισθεν για αυτό που παρουσίασε η ομάδα ένα χρόνο μετά, ωθώντας ένα σύνολο χωρίς σπουδαίους individual αμυντικούς στο να παίξει πραγματικά καλή άμυνα.
Ο Πασκουάλ απογείωσε αυτή την πρώτη ύλη χτίζοντας μια άμυνα με πυλώνα το υψηλό IQ και τη συνεργασία. Η Μπαρτσελόνα είχε σπουδαία rotations, υψηλό βαθμό συγκέντρωσης και την αντίληψη ώστε να κατευθύνει (χωρίς να είναι ιδιαίτερα πιεστική ανοιχτά στο παρκέ) τη μπάλα στην επίθεση του αντιπάλου εκεί που ακριβώς ήθελε, την κατάλληλη χρονικά στιγμή ελέγχοντας με μεθοδικότητα τη φύση των εκτελέσεων. Ο Ναβάρο είναι στα prime του (MVP της διοργάνωσης), ο Ιλιασόβα (MVP του Οκτωβρίου) με τον Άντερσεν είναι σημαντικοί παράγοντες στη frontcourt ενώ το δίδυμο Μπαζίλε (εξαιρετικός στα μετόπισθεν, 50.6% στο τρίποντο) και Λάκοβιτς (9.9 πόντοι-41.6% τρίποντα) εκτελεί κατά ριπάς την ώρα που αθλητές όπως οι Μπάρτον, Γκριμάου (τρείς θέσεις, πολυεργαλείο) και Σάδα αναλαμβάνουν σημαντικούς αμυντικούς ρόλους.
Οι Καταλανοί έχουν μέγεθος, ταλέντο, IQ και είναι δουλεμένοι σε βάθος όντας η καλύτερη ομάδα της κανονικής περιόδου. Στο Βερολίνο θα ηττηθούν στα ημιτελικά από την ΤΣΣΚΑ του Μεσίνα (78-82), με τον Ιταλό να σημαδεύει και να φθείρει από πού νωρίς τον Ναβάρο με τον πιο δυνατό χαμηλά Λάνγκτον. Ήταν το σημείο-κλειδί της αναμέτρησης και ένας από τους βασικούς λόγους που χάθηκε εκείνη η μεγάλη ευκαιρία για τους Καταλανούς.
Βenetton Treviso 2002-03
ORAT: 114.9 (7)
DRAT: 102.4 (3)
PACE: 75.4 (1)
AST%: 52.7 (2)
STL%: 15.3 (1)
Effective FG%: 57.6 (1)
3PT%: 40.6 (2)
Tο τρίτο μέρος εκείνης της τριλογίας του Μεσίνα. Στο Τρεβίζο ο Σικελός απέδειξε ότι μπορεί να κερδίζει παίζοντας ένα τελείως διαφορετικό μπάσκετ σε σχέση με τα χρόνια του στη Μπολόνια. Η Μπένετον του πυραυλοκίνητου Τάιους Έντνι και των Λάνγκτον, Πίτις, Μπουλέρι, Γκαρμπαχόθα, Μαρτσέλο Νικόλα ήταν μια από τις πιο συναρπαστικές ομάδες που είδε ιστορικά η Ευρωλίγκα. Ένα σύνολο που αναπτυσσόταν και εκτελούσε σε πολύ υψηλές ταχύτητες, πίεζε πολύ επάνω στη μπάλα και μακριά από αυτή (Opponent TO: 15.7, Νο1 στη διοργάνωση) ενώ η παρουσία του Μαρκονάτο (7.3 ριμπάουντ-1.8 κλεψίματα-1.3 τάπες) στο κέντρο της ρακέτας έδινε συγχωροχάρτι στα λάθη που γεννούσε η αμυντική επιθετικότητα της πρώτης γραμμής.
Όσο τρέχει η σεζόν Μπένετον μοιάζει ως η καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης. Αφήνει δεύτερη στην ισοβαθμία στο γκρουπ τη Μπαρτσελόνα και με εντυπωσιακό 6-0 (μόνη αήττητη ομάδα)στο TOP-16 παίρνει το εισιτήριο για το F4 της Βαρκελώνης.
Επιβιώνει σε έναν πολύ σκληρό ημιτελικό απέναντι στη Σιένα αλλά είχε την ατυχή συγκυρία να αντιμετωπίσει τους Καταλανούς (Μποντίρογκα, Γιασικεβίτσιους, Ναβάρο) στην έδρα τους στον τελικό (ήττα με 76-65). Μάτσαρε με την κατάκτηση της ιταλικής λίγκας αργότερα, κερδίζοντας διαδοχικά Σιένα και Σκίπερ στα playoffs. Αναμφίβολα μια από τις καλύτερες ομάδες που δεν ήπιαν νερό από την πηγή, τα τελευταία είκοσι χρόνια. Σίγουρα, ένα από τα πρώτα μηνύματα για το που θα κατευθυνόταν το παιχνίδι κάποια χρόνια μετά. Προσωπικά δεν χορταίνω να βλέπω παιχνίδια της. Τη χρονιά που ακολούθησε, ο Μεσίνα έφερε τον Μορίς Έβανς στο Τρεβίζο (17.4 πόντοι στην EL), αφήνοντας πίσω στο γκρουπ του TOP-16 Μπαρτσελόνα και Παναθηναϊκό. Έμεινε εκτός F4 στην ισοβαθμία, από τη Σιένα.
Laboral Kutxa 2015-16
ORAT: 108.8
DRAT: 102.7 (1)
DRB%: 73.6 (4)
Opponent FG%: 48.8 (1)
Ένα πραγματικό outsider που παρολίγο να φέρει τούμπα μια ολόκληρη διοργάνωση. Η Laboral εκείνης της σεζόν αποτελεί τον αντιπροσωπευτικότερο πίνακα του δημιουργού Βέλιμιρ Περάσοβιτς με την έννοια ότι σε εκείνο το δημιούργημα του αποτυπώθηκε πιο έντονα από ποτέ η φιλοσοφία του Dynamic basketball που αυτός πρεσβεύει. Παιχνίδι υψηλής έντασης με έμφαση στην προσωπική ευθύνη και στις δύο πλευρές του παρκέ, ταχυδύναμη, προσωπική φάση, individual skills.
Οι Βάσκοι αντιμετώπισαν σωρεία προβλημάτων, από τον τραυματισμό του Σενγκέλια μέχρι την απουσία βασικών στελεχών τους στα playoffs. Κατάφεραν να κερδίσουν αρκετά κλειστά ματς στις τελευταίες κατοχές, κατάσταση που τους βοήθησε να χτίσουν σταδιακή σιδερένια αυτοπεποίθηση. Ο Γιάννης Μπουρούσης ως σημείο αναφοράς στο low post και βασικός δημιουργικός πυλώνας έκανε την καλύτερη χρονιά της καριέρας του. Το playmaking του Έλληνα ψηλού και του Κοζέρ δημιούργησαν το κατάλληλο περιβάλλον για να απορροφηθεί η επιθετικότητα του Ντάριους Άνταμς (ο ηγέτης εκείνης της ομάδας) και του Μάικ Τζέιμς (6ος παίχτης τότε με 10.0 πόντους).
Οι Χάνγκα και Τίλι ανέβασαν σημαντικά το επίπεδο της καλύτερης άμυνας της διοργάνωσης ενώ η παρουσία του Ντέιβις Μπέρτανς από τον πάγκο (7.9 πόντοι με 47.4% τρίποντο) έδινε μια ανάσα περιφερειακής εκτέλεσης σε μια επίθεση που δεν ήταν πολύ αποτελεσματική σε αυτό το κομμάτι. Όταν πλησίασε η Άνοιξη, η ενέργεια των καλοπροπονημένων Βάσκων έπνιγε κάθε αντίπαλο, αίσθηση που βίωσε στο πετσί του ο Παναθηναϊκός (3-0). Στο F4 η Λαμποράλ ηττήθηκε στην παράταση από τη Φενέρ, τερματίζοντας τέταρτη. Έχασε στον μικρό τελικό από την εξαιρετική Λοκομοτίβ Κουμπάν του Γιώργου Μπαρτζώκα η οποία επίσης θα μπορούσε να βρίσκεται σε αυτή τη λίστα.
Virtus Bologna 2001-02
DRAT: 97.4 (1)
Opponent FG%: 43.4 (3)
STL%: 13.4 (4)
PACE: 73.8
Ο Μεσίνα ανέλαβε να χτίσει τη Βίρτους της νέας εποχής (μετά-Ντανίλοβιτς era) και το ξεκίνημα είναι εντυπωσιακό. Οι Μπολονέζοι κατέκτησαν την EL του 2001 (σούπερ σειρά τελικών με TAU) στη χρονιά της διάσπασης και οδεύουν για το repeat θέλοντας να αποδείξουν ότι διαθέτουν την καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη. Ένα σύνολο γεμάτο νιάτα, φρεσκάδα, αθλητικότητα, υψηλές φιλοδοξίες και κίνητρο.
Ο τρόπος που επιτίθεται ο Μάνου Τζινόμπιλι στο καλάθι είναι κάτι που η Ευρώπη δεν έχει ξαναδεί από λευκό αθλητή (οκ, το έχει ξαναδεί με τον Μάρκο Μίλιτς) με τον Αργεντίνο να γίνεται γρήγορα ο πιο ερωτεύσιμος παίχτης στην ήπειρο μας.
Η Βίρτους χτίζει τη γνωστή άμυνα-μπετόν του Μεσίνα στο μισό γήπεδο και είναι ασυναγώνιστη στο τρανζίσιον δημιουργώντας τέτοιες καταστάσεις μέσα από τα μετόπισθεν. Οι αντίπαλοι δυσκολεύονται πολύ να κυκλοφορήσουν τη μπάλα και οι δημιουργικοί τους δείκτες πέφτουν στο πάτωμα. Δεν ήταν σπουδαία shooting team όμως η άμυνα της στο low post υπήρξε υποδειγματική (σε μια εποχή που μια overall πολύ καλή άμυνα μπορούσε να σε πάει μακριά) και ο αλτρουισμός στην επίθεση σε συνδυασμό με το φυσικό/αθλητικό της πακέτο που παρέπεμπε σε Superior genetics της έδιναν το επάνω χέρι. Την τριάδα των Γιάριτς (23 ετών, 13.4 πόντοι-4.3 ριμπάουντ-2.2 κλεψίματα)-Σμόνιτς (22 ετών, 11.6 πόντοι-5.0 ριμπάουντ)-Τζινόμπιλι (24 ετών, 15.9 πόντοι-2.5 κλεψίματα) συμπληρώνει ο θηριώδης Γκρίφιθ και οι νεαροί Σάνι Μπετσίροβιτς (9.7 πόντοι, 20 ετών)-Ντέιβιντ Άντερσεν (8.7 πόντοι, 21 ετών). Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα “παιδομαζώματα” που έχουμε δει ποτέ σε αυτό το επίπεδο με τους βετεράνους Ριγκοντό και Άμπιο να εξασφαλίζουν μια πιο ομαλή μετάβαση με την παρουσία τους.
Σημείωση: Oι δύο τους, Άμπιο πρώτα και Ριγκοντό ένα χρόνο μετά, αποτέλεσαν τη μετάγγιση “βασιλικού αίματος” που προσπάθησε να κάνει από τη Βίρτους η Βαλένθια σε εκείνη τη σπουδαία ομάδα του 2003-04 (Oμπέρτο, Τομάσεβιτς, Ντικούδης, Μοντέκια) η οποία βγήκε δεύτερη στο γκρούπ κινδύνου-θανάτου με την μετέπειτα πρωταθλήτρια Μακάμπι και τη Ζάλγκιρις του Σαμπόνις (ναι, στη χρονιά του The Shot του Σαρπ).
Οι Ιταλοί έφτασαν στο F4 της Μπολόνια παίζοντας αρκετά καλό μπάσκετ όλη τη σεζόν και διασταυρώθηκαν, ως φαβορί, με τον Παναθηναϊκό σε ένα άτυπο SuperCup μεταξύ των κορυφαίων ομάδων του σχίσματος (η Μακάμπι είχε κερδίσει τον ΠΑΟ την προηγούμενη χρονιά) το οποίο εξελίχθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα classics στην ιστορία του αθλήματος. Η Βίρτους μπαίνει πολύ δυνατά με όπλο την άμυνα της, την ευχέρεια της στο να δημιουργεί ρήγμα και την άψογη εκμετάλλευση της weak side, παίρνοντας προβάδισμα με όπλα την παραγωγικότητα των Σμόντις και Αντόνιο Γκρέιντζερ. Όταν ο Παναθηναϊκός κατάφερε να αλλάξει την ατμόσφαιρα στο παρκέ με τη παρουσία του Λάζου στο ζωγραφιστό, τα δεδομένα ανατράπηκαν. Η δύναμη της εικόνας για αυτό που βίωσαν οι γηπεδούχοι στο δεύτερο μισό, είναι τεράστια (κοιτάξτε τον Μεσίνα)…
Δεν έχω να πω κάτι άλλο.
OSFP 2016-17
DRAT: 104.9 (2)
Opponent FG%: 43.4 (1)
DRB%: 73.3 (3)
Η αμυντική φιλοσοφία του Γιάννη Σφαιρόπουλου blended με την κουλτούρα νικητή των Σπανούλη και Πρίντεζη, παρήγαγε ένα σύνολο το οποίο ακούμπησε το θαύμα, δημιουργώντας σπουδαίες αναμνήσεις για το μπασκετικό κοινό ολόκληρης της Ευρώπης. Ο Ολυμπιακός έχει αξιοθαύμαστη σταθερότητα στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν παρότι έχασε νωρίς με τραυματισμό ένα από τα πιο βασικά του εργαλεία (ειδικά όσον αφορά τη δημιουργία transition επίθεσης μέσα από defensive stops), τον Ντάνιελ Χάκετ. Ο Khem Birch ξεκινάει εντυπωσιακά απλώνοντας δίχτυ μπροστά από το καλάθι των ερυθρολεύκων οι οποίοι οικοδομούν μια σπουδαία, πολύ συμπαγή άμυνα επάνω σε πυλώνες-χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας του προπονητή τους. Το “κλείδωμα” του low post και την αποτελεσματικότητα στο αμυντικό ριμπάουντ.
O τραυματισμός του Λοτζέσκι αφαιρεί από την ομάδα ένα σημαντικό κομμάτι της επιθετικής της δραστηριότητας (transition και weak side επίθεση, close outs) πλήττοντας την PnR ανάπτυξη των ερυθρολεύκων. Σε μια αμφίρροπη σειρά, ο Ολυμπιακός καταβάλλει στο πέμπτο ματς την αντίσταση της Αναντολού και ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη για το F4. Όπου ο Σπανούλης μετά το έπος του 2015 (εκείνο το finishing απέναντι στην “αρκούδα” ήταν μια από τις μεγαλύτερες παραστάσεις που έχω δει ποτέ σε επίπεδο F4) βάζει και πάλι τη σφραγίδα του…
…επιτάσσοντας τον Έρικ Γκριν με το χέρι του ώστε να ανέβει στην κορυφή και να παίξει 1on1 για το μεγάλο τρίποντο.
Ο τελικός με τη γηπεδούχο και πολύ φορμαρισμένη ήταν αντικειμενικά δύσκολη υπόθεση για μια ομάδα η οποία είχε τρυπήσει το ταβάνι της, παλεύοντας συνεχώς να καλύψει τα κενά που της δημιουργούσαν οι τραυματισμοί (θυμηθείτε και την περίπτωση του Πάτρικ Γιάνγκ). Θα ήθελα πολύ να δω όμως, αυτόν τον Ολυμπιακό να παίζει πάνοπλος (Χάκετ, Λοτζέσκι) αυτό το παιχνίδι τίτλου, από την αγαπημένη του θέση του outsider (η Φενέρ μη ξεχνάμε έπαιζε ολοκληρωτικό μπάσκετ). Από την επόμενη σεζόν η μερική διαφοροποίηση στη φύση του παιχνιδιού της διοργάνωσης μείωσε ουσιαστικά τις πιθανότητες επιτυχίας των συνόλων που δεν έχουν υψηλό δείκτη αποτελεσματικότητας αναφορικά με το performance τους και στις δύο πλευρές του παρκέ.
Montepaschi Siena 2007-08
DRAT: 100.6 (2)
TOV%: 14.6 (2)
3PT Attempts: 26.9 (1)
STL%: 19.2(1)
Η συμμορία του Μακιντάιρ δεν είχε το ποιοτικό βάθος της version του 2010-11 οταν στη Τοσκάνη βρίσκονταν οι Ράκοβιτς, Γιάριτς, Μακάλεμπ, Μος, Ζήσης αλλά πιθανόν είχε καλύτερο μομέντουμ και μεγαλύτερη ευκαιρία να κερδίσει μια θέση στο ματς του τίτλου. Το 2010-11 οι Ιταλοί είχαν λύσει τα δύο διαχρονικά τους προβλήματα. Την έλλειψη “κιλών” στη frontcourt και το short rotation. Παράλληλα δεν στηριζόταν τόσο πολύ στην περιφερειακή εκτέλεση. Όμως έπεσαν απέναντι σε μια πολύ έμπειρη ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός του Διαμαντίδη. Το 2008 στη Μαδρίτη λοιπόν είχε δημιουργηθεί μια καλή συνθήκη.
Η Μοντεπάσκι διαθέτει ένα πολύ δυνατό σύνολο με σπουδαία χημεία. Παίζει την πιο “φυσική” άμυνα στην Ευρώπη με πολλές επαφές και εξαιρετικά χαμηλούς χρόνους στα rotations. Το δίδυμο Στόουνρουκ-Σάτο τρομοκρατεί τον ανταγωνισμό πιάνοντας κάθε αντίπαλο από τον λαιμό. Ο Eze παρήγαγε πολλά deflections ενώ η παρουσία του Bootsy Thornton στα φτερά ήταν καταλυτική. Φυσικά το δίδυμο Μακιντάιρ-Καουκένας στο backcourt σε συνδυασμό με το versatility του Λαβρίνοβιτς στη γραμμή ψηλών αποτελούσε το βαρύ σασί της MPS. O σούπερ-ανταγωνιστικός χαρακτήρας των δύο γκαρντ του Πιανιτζιάνι νομίζω είναι η Μοντεπάσκι και όλα αυτά που πρεσβεύει αγωνιστικά η φιλοσοφία της. H Σιένα έπαιζε το μπάσκετ του αύριο. Αυτό της ταχυδύναμης, της έντασης, της άμεσης επίθεσης και στις δύο πλευρές του παρκέ. Contested shot απέναντι στον Σάτο, ριμπάουντ ο Στόουνρουκ, πάσα 10 μέτρων με το ένα χέρι σε Μακιντάιρ/Καουκένας, τέλος. 1 vs 1, 1 vs 2 ή 3 σε καταστάσεις πρωτεύοντος αιφνιδιασμού, δεν είχε σημασία. Η παράδοση συνεχίστηκε αργότερα με τον Μακάλεμπ ο οποίος ήταν μια transition επίθεση μόνος του.
Στον μοιραίο ημιτελικό της Μαδρίτης η MPS κυριαρχεί απέναντι στη Μακάμπι, έχοντας προβάδισμα 15 πόντων στα μέσα της τρίτης περιόδου. Όταν οι Ισραηλινοί επέστρεψαν με τα φημισμένα intangibles των Σαρπ (καμία έκπληξη) και Άλεξ Γκαρσία, η ομάδα του Πιανιτζιάνι επέλεξε τον λάθος τρόπο για να ξαναπάρει το τιμόνι, ακουμπώντας στο τρίποντο (11/45 εκείνη τη βραδιά). Η απουσία του τραυματία Καουκένας ήταν καθοριστική.
CSKA Moscow 2006-07
ORAT: 114.9 (4)
DRAT: 96.7 (1)
3PT%: 39.5 (2)
DRB%: 75.4 (2)
Μια ομάδα που τα είχε όλα. Έστειλε από το ξεκίνημα το μήνυμα ότι είναι το αφεντικό της διοργάνωσης, ανεβάζοντας την απόδοση της σταδιακά. Διέθετε μέγεθος, συνεργασίες, ποιοτικό βάθος, versatility, εμπειρία, χημεία. Οι Λάνγκντον και Σμόντις (παιδιά του Μεσίνα από τα χρόνια του στην Ιταλία όπως και ο Ντέιβιντ Άντερσεν) ήταν “φονικά όπλα”, οι Χόλντεν και Παπαλουκάς έδεναν αρμονικά στο άσσο και οι Βάντερπουλ-Τόρες έφερναν τον απαραίτητο tw0 way-χαρακτήρα στο παιχνίδι της “αρκούδας”.
Η ΤΣΣΚΑ του 2006-07 ήταν μια από τις αποτελεσματικότερες ομάδες μισού γηπέδου που είδε ιστορικά η Ευρωλίγκα. Άψογη κατανομή ρόλων, εξειδίκευση, έμφαση στη λεπτομέρεια. Η άμυνα υπήρξε το άρμα μάχης της (ένας συνδυασμός συνεργασιών, υψηλού IQ, μεγέθους και αθλητικότητας). Στον τελικό της Αθήνας, η κόντρα των Ομπράντοβιτς-Μεσίνα παράγει ένα ακόμα classic στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Οι δύο τους αναβιώνουν τη μεγάλη κόντρα των Ρενέσες-Μάλκοβιτς η οποία εκτυλίχθηκε στα late 80s-90s, με τον καλύτερο τρόπο. Όταν οι Ρώσοι επιστρέφουν και παίρνουν το τιμόνι του ματς στο δεύτερο ημίχρονο, η μοίρα ψιθύριζε στο αυτί του Σικελού ότι η ώρα της “εκδίκησης” για την εντός έδρας ήττα στον τελικό του 2002 στη Μπολόνια, είχε φτάσει. Ο Παναθηναϊκός των Διαμαντίδη, Σισκάουσκας και Μπατίστ όμως στάθηκε όρθιος. Η “αρκούδα” τα είχε δώσει όλα. Άξιζε το στέμμα όσο και η ελληνική ομάδα. Όμως στο μπάσκετ, νικητής είναι μόνο ένας…
Panathinaikos 2004-05
ORAT: 115.2 (4)
TS%: 62.1 (2)
3PT%: 39.2 (3)
Όπως γνωρίζετε ο Παναθηναϊκός των Πατησίων είναι μια από τις προπονητικές αδυναμίες μου, δεδομένου του ιδιαίτερου αγωνιστικού στυλ εκείνης της ομάδας (small ball και επένδυση στα πλεονεκτήματα του, επιθετικότητα ως αγωνιστική έκφραση, λεπτομερειακό spacing, πίεση στη μπάλα) το οποίο άνοιξε ένα παράθυρο στο μέλλον του αθλήματος. Η ομάδα του 2004-05 λοιπόν, είναι η εξέλιξη εκείνου του πρότζεκτ και μια ακόμα σπουδαία προπονητική δουλειά του “ευαγγελιστή” του ευρωπαϊκού μπάσκετ, Ζέλικο Ομπράντοβιτς.
Ο Ζοτς έχει φέρει στο ΟΑΚΑ τον Δημήτρη Διαμαντίδη του οποίου το πακέτο (μέγεθος, defensive ability, playmaking, decision making, rebounding) συμπληρώνει αρμονικά αυτό του τότε μηχανοδηγού, Γιάκα Λάκοβιτς. Ο Παναθηναϊκός διαθέτει μερικούς από τους αποτελεσματικότερους shooting wings στην Ευρώπη (Κουτλουάι, Σκεπάνοβιτς, Χατζηβρέτας συν τον Τρέισι Μάρεϊ ο οποίος δεν κατάφερε να πιάσει τα αναμενόμενα standards), τον Φραγκίσκο Αλβέρτη, το versatility του Τσαρτσαρή και το μέγεθος του Φέμερλινγκ δίπλα στον Μάικ Μπατίστ (συν τον Λόνι Μπάξτερ). Οι πράσινοι δεν έχουν το ποιοτικό βάθος των ομάδων της πρώτης βαθμίδας (ΤΣΣΚΑ, Μακάμπι) και βρίσκονται σε ένα γκρουπ αρκετών ομάδων ίδιας ταχύτητας οι οποίες φαίνεται ότι θα παλέψουν για μια θέση στο F4 της Μόσχας. ΤΑU, Fortitudo (Μπαζίλε, Βούγιανιτς, Σμόντις, Ρούμπεν Ντάγκλας, Μπελινέλι, Μαντσινέλι), Εφές Πίλσεν (Ντόμερκαντ, Σόλομον, Πρκάτσιν, Πεκέρ, Κούγκο), Μπένετον, Μπαρτσελόνα. Σε μια σειρά με μεγάλη ένταση αποκλείουν την Εφές στο τρίτο ματς και πάνε στη Μόσχα για να συναντήσουν το θηρίο (Μακάμπι του Σάρας).
Οι πράσινοι βελτίωσαν την άμυνα τους στο δεύτερο μισό εκείνης της σεζόν, κατάσταση που χαρακτήριζε διαχρονικά τα σύνολα του Ζοτς. Όπως σας έχω πει, Ομπράντοβιτς κυρίως σημαίνει υποδειγματική, άψογα συνδυασμένη και με τρομερή έμφαση στη λεπτομέρεια επίθεση. Οι ομάδες του συνήθως ανέβαζαν ρυθμούς στα μετόπισθεν στο κρίσιμο σημείο της σεζόν ώστε να σπριντάρουν μέχρι τις μάχες των τίτλων. Ο Παναθηναϊκός (και κυρίως ο ίδιος ο κόουτς) έδωσε μια μεγάλη μάχη στον ημιτελικό. Δοκίμασε απλωμένες άμυνες, trapping press, βασίστηκε σε σχήματα με τους wings και συνολικά παρουσίασε μαχητικότητα, τακτικά και ως αγωνιστική έκφραση, κολεγιακής ομάδας που θέλει να ανατρέψει το φαβορί. Δεν τα κατάφερε, κατακτώντας τελικά την τρίτη θέση. Ήταν μια εξαιρετική προπονητικά δουλειά από έναν κόουτς που ανακάτευε συνεχώς τη τράπουλα (ο Διαμαντίδης είχε πάρει τη θέση του Μακντόναλντ, τα σχήματα με δύο γκαρντ -αυτόν και τον Λάκοβιτς- συν έναν shooting wing και τον Αλβέρτη στο “4” εκτόξευσαν σε ουκ ολίγες βραδιές το επιθετικό efficiency)και πήρε ό,τι καλύτερο μπορούσε από το σύνολο αυτό, συνεχίζοντας να αναπτύσσει το δικό του πρόγραμμα.
Baskonia 2004-05
ORAT: 115.8 (3)
TS%: 59.7 (3)
AST%: 52.6 (5)
O ορισμός αθλητικά του”τρομοκρατικού χτυπήματος” από ένα σύνολο που έδωσε έναν διαφορετικό ορισμό σε αυτό που λέμε outsider, στον ημιτελικό της Μόσχας απέναντι στην ΤΣΣΚΑ η οποία είχε φτάσει μέχρι εκεί με μόλις μια ήττα. Οι Βάσκοι του Ντούσκο Ιβάνοβιτς είχαν σημαντικά αγωνιστικά προβλήματα από την αρχή της σεζόν. Η άμυνα τους είχε σημαντικά κενά ενώ ήταν επιρρεπείς στο λάθος, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να βρουν ισορροπία στο παιχνίδι τους.
Μπήκε ως πέμπτη (σε γκρουπ των οχτώ) στο TOP-16 αφήνοντας εκτός την Ουνικάχα με την οποία ισοβάθμησε. Στο TOP-16 τερμάτισε δεύτερη (γκρουπ των τεσσάρων) ισοβαθμώντας με τον Παναθηναϊκό και την Κλιμάμιο Μπολόνια (Φορτιτούντο). Η θέση αυτή την έστειλε με μειονέκτημα επάνω στην Μπένετον των Σισκάουσκας, Μπουλέρι, Σοράνια, Μάρκους Γκόρι, Μάρλον Γκαρνέτ και Μπλούθενταλ. Ουσιαστικά τότε ήρθε η έκρηξη. Σε εκείνα τα δύο ματς προετοιμάστηκε το έδαφος (ψυχολογικό υπόβαθρο) για αυτό που επακολούθησε. Στη Μόσχα οι Βάσκοι γρονθοκοπούν το φαβορί από την αρχή, καταθέτοντας στο παρκέ την πληθώρα δεξιοτήτων τους (skills) και το φυσικό/αθλητικό πλεονέκτημα μιας καλοπροπονημένης ομάδας. Το δίδυμο Καλντερόν-Μασιγιάουσκας κάνει το backcourt των γηπεδούχων να μοιάζει παρωχημένο ενώ οι Kornell David και Scola επιβάλλονται στο “ζωγραφιστό” με τον δυναμισμό τους την ώρα που οι Μάρκους Μπράουν-Αντόνιο Γκρέιντζερ μετρούν μαζί 2/10 τρίποντο και μόνο ο Χόλντεν με τους Έλληνες (Ντικούδη-Παπαλουκά) υποστηρίζουν την προσπάθεια επιστροφής της “αρκούδας”. Η Μακάμπι στον τελικό ήταν too much όμως συνολικά αυτή η TAU ήταν μια εξαιρετική ομάδα. Skilled με σπουδαίο επίπεδο φυσικής κατάστασης. Μη ξεχνάμε ότι διέθετε από πίσω παίχτες όπως ο Πριγκιόνι, ο Τράβις Χάνσεν, o Bιντάλ ή ο Σπλίτερ. Φοβερές αναμνήσεις…
Real Madrid 2013-14
ORAT: 122.1 (1)
DRAT: 102.3 (1)
3PT%: 39.8 (1)
TS%: 60.7 (1)
BLK%: 9.6 (1)
TOV%: 12.6 (1)
Είμαι σίγουρος ότι κανείς στη Μαδρίτη δεν έχει καταλάβει ακόμα πως έχασε εκείνον τον τίτλο η Ρεάλ. Είναι η χρονιά που ουσιαστικά ο Πάμπλο Λάσο έχει βάλει τις απαιτούμενες βάσεις για αυτό που θα ακολουθούσε τα επόμενα χρόνια, αξιοποιώντας περίφημα τα μηνύματα του χαμένου τελικού, ένα χρόνο πριν από τον Ολυμπιακό στο Λονδίνο.
Η “Βασίλισσα” παίζει σπουδαίο μπάσκετ, τελειώνοντας την πρώτη φάση αήττητη (10-0). Γιούλ-Ρούντι στο backcourt, Σέρχιο Ροντρίγκεθ (MVP της κανονικής περιόδου) και Κάρολ από πίσω, Ντάρντεν ως defensive stopper στο “3” (και Σλότερ στο “5”, το όπλο του Λάσο στην πρώτη γραμμή της 3-2 ζώνης για την απενεργοποίηση του κεντρικού PnR συν τον Ντρέιπερ στο “1”, οι τρεις Αμερικανοί ανέβαζαν σημαντικά το επίπεδο άμυνας), Mίροτιτς, Ρέγιες, Μπουρούσης, Μεχρί στη frontcourt. Από ένα σημείο και μετά όλοι περιμένουν έναν τελικό Ρεάλ-ΤΣΣΚΑ. Όμως ο Ντέιβιντ Μπλατ έχει άλλα σχέδια. Οι Μαδριλένοι συντρίβουν τη Μπαρτσελόνα στον ημιτελικού του Μιλάνου (100-62) και πηγαίνουν για παρέλαση στον τελικό απέναντι στους Ισραηλινούς. Η Μακάμπι και δη, ο (MVP εκείνου του F4) Ταϊρίς Ράις είχαν μια πολύ μέτρια σεζόν μέχρι το πρώτο ματς των playoffs όπου με απίστευτο comeback στο τέλος σπάνε την έδρα και κλονίζουν την αυτοπεποίθηση του πιο ισχυρού outsider τότε για τον τίτλο, της σούπερ-φορμαρισμένης Αρμάνι Μιλάνο. Η σφεντόνα του Δαβίβ έχει βρεθεί στα χέρια του κόουτς Μπλατ και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. ΤΣΣΚΑ; Μπαμ, κάτω. Ρεάλ; Μπουμ, κάτω.
Κι όμως… Εκείνη η Ρεάλ έπιασε σπουδαία αγωνιστικά standards, παρουσιάζοντας σπουδαίο μπάσκετ και ένα πολύ ισορροπημένο παιχνίδι όντας ελίτ και στις δύο πλευρές του παρκέ. Οι Μαδριλένοι (ήταν λογική ακολουθία για ένα σύνολο τέτοια ποιότητας) κατέκτησαν τον τίτλο την επόμενη σεζόν και επανέλαβαν το κατόρθωμα αυτό τη σεζόν 2017-18. Εκείνο το F4 του Μιλάνου όμως, απέδειξε (για μια ακόμα φορά) το πόσο ευνοεί το σύστημα της διοργάνωσης την έκπληξη. Τα ματς της μιας ανάσας ίσως δεν είναι ότι πιο αξιοκρατικό όμως συνιστούν μια συναρπαστική διαδικασία που παράγει σπουδαίες ιστορίες και ήρωες. Με μια δεύτερη σκέψη όμως, αυτά είναι που τελικά προσδοκούμε όλοι μας…
Υ.Γ: Κοιτάζοντας πίσω με όλες αυτές τις ιστορίες… Λείπουν πολύ από τη μεγάλη σκηνή παραδοσιακά μπασκετικά clubs και γήπεδα των οποίων η εικόνα έχει γράψει μέσα μας (αναφέρομαι σε ανθρώπους της δικής μου ηλικίας ή μεγαλύτερους φυσικά). Το παρκέ του PalaVerde στο Τρεβίζο, η κατακόρυφη κερκίδα πίσω από τη μπασκέτα στο PalaDozza της Μπολόνια που στα παιδικά μου μάτια θύμιζε σκάλα προς τον ουρανό, το Beaublanc, το άρωμα παλαιωμένου κρασιού της αρένας του Ζάγκρεμπ. Ευρωλίγκα είναι ένα βροχερό απόγευμα στη Λουμπλιάνα με τον Μίλιτς να πέφτει από τον ουρανό της Tivoli στο καλάθι, σε σκηνές που θυμίζουν “Τίγρης & Δράκος”. Όλα είναι “εκεί”, αλλά τίποτα δεν είναι το ίδιο…
Y.Γ1: “Άσε τις μαγκιές στον μικρό, πες τα σε κάποιον της ηλικίας σου”.
Μπάνε στον Ραμόν Ρίβας για το trash talking στον Πέτζα, Βιτόρια 1996.