No Pressure.. No Diamonds..


Η άμυνα του Ολυμπιακού είναι το δικό του καλά κρυμμένο διαμάντι το ύψος της αξίας του οποίου κοστολογείται κάθε εβδομάδα.. Στο ΟΑΚΑ το διαμάντι είναι παντοτινό και η λάμψη του τυφλώνει ακόμα υπό καθεστώς πίεσης. Το Hoopfellas για τα ματς των ελληνικών ομάδων στη δεύτερη αγωνιστική του TOP-16..

Δεύτερη αγωνιστική του TOP-16. Σπουδαία εμφάνιση του Ολυμπιακού και πάλι, παρέλαση στη Βιτόρια απέναντι στη φορμαρισμένη Λαμποράλ. Μέτριος ο Παναθηναϊκός, σούπερ ο Διαμαντίδης απέναντι σε μια Ουνικάχα που ήρθε στην Αθήνα χωρίς τον καλύτερο δημιουργό της (Μάρκοβιτς) και τον πρώτο της σκόρερ (Κουζμίνσκας). Τροφή για σκέψη.. 

Όσον αφορά το παιχνίδι του ΟΑΚΑ.. Θα είμαι σκληρός αλλά δίκαιος με τους γηπεδούχους. Θα χαρακτήριζα το performance των πρασίνων στο ματς με την Ουνικάχα ως “τυπικό ματς του φετινού Παναθηναϊκού του Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς”. Απέναντι σε ένα σύνολο πολύ κοντά του συνολικά σε ποιότητα παιχνιδιού μέχρι τώρα στη σεζόν, ο Παναθηναϊκός διακρίθηκε από μέτριο coaching, έλλειψη ενέργειας και ταχύτητας σε όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις του στο γήπεδο αλλά και οξυδέρκεια στο τέλος, η οποία αποτυπώθηκε αυτή τη φορά στην ικανότητα του αρχηγού του, Δημήτρη Διαμαντίδη, να ψάξει με καθαρό μυαλό και υπομονή τη σωστή απόφαση που θα έδινε στην ομάδα τις περισσότερες πιθανότητες νίκης. Η νίκη, με τον τρόπο που ήρθε είναι σίγουρα πολύ σημαντική (κυρίως γιατί η ήττα θα ήταν πραγματικά κακό αποτέλεσμα) όμως το απόσταγμα της σκέψης μου μετά τα 40 αυτά λεπτά οδηγεί σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα: Η ομάδα θα χρειαστεί πολύ προσπάθεια και δουλειά για να φτάσει στη post season. Πάντα με βάση τη εικόνα που παρουσιάζουν οι πράσινοι αυτή τη στιγμή.

Αγωνιστικά προβλήματα , μικρότερα ή μεγαλύτερα, έχουν όλες οι ομάδες. Απλά τα συγκεκριμένα του Παναθηναϊκού δε του επιτρέπουν να ελέγχει τα παιχνίδια παίζοντας τα (χάνοντας ή κερδίζοντας τα) όπως αυτός θέλει. Και συνήθως αυτές οι ομάδες έχουν ταβάνι.. Με αυτή τη μορφή τουλάχιστον, οι πράσινοι δύσκολα θα μπορέσουν να ανταγωνιστούν σε διάρκεια ομάδες υψηλότερης ταχύτητας (κατευθείαν F4 Contenders) και θα μονομαχήσουν με άλλες που έρχονται από πίσω ως outsiders, για να στριμωχτούν στη γαλαρία των Play-offs. Όποιος βλέπει κάτι άλλο στη παρούσα φάση, απλά εθελοτυφλεί.. Η σκληρή αυτή στάση έχει να κάνει με το ότι η ομάδα επαναλαμβάνω έχει δυνατότητες αλλά δε βελτιώνει, ούτε με τη μορφή ανθρώπινου δυναμικού ούτε με την αντίστοιχη δουλειάς/εσωτερικών αλλαγών, τις αδυναμίες της και παράλληλα δεν έχει πρόσωπα από πίσω που θα της δώσουν μια φρεσκάδα σε αυτή τη φάση, την οποία χρειάζεται απελπισμένα.

Ο Παναθηναϊκός δυσκολεύεται να πετύχει τους στόχους του στο παρκέ (σε επίπεδο αγωνιστικής τακτικής) γιατί απλά η ομάδα χάνει σε “χρόνους”, αδυνατώντας να τρέξει “μαζί” σε άμυνα και επίθεση, όσο ικανοποιητικό και αν είναι το επίπεδο συνεργασιών μεταξύ των παιχτών. Ο Τζόρτζεβιτς από την αρχή προσπάθησε να “τεντώσει” την άμυνα της Ουνικάχα ώστε να δημιουργήσει “χώρους” δηλ. το επιθυμητό πλαίσιο δράσης. Ο Πλάθα παρέταξε από την αρχή ψηλή πεντάδα (Diez-Thomas στα forwards) παρουσιάζοντας μια κλειστή άμυνα με στόχο να προστατέψει το ζωγραφιστό από cuts και ποσταρίσματα (aggressive άμυνα στα 3/4 στο side post, κοντινές αποστάσεις μεταξύ των παιχτών), αναγκάζοντας τον Παναθηναϊκό να ψάξει τους πόντους του επιτιθέμενος από έξω προς τα μέσα. Όλο το ματς χαρακτηρίζεται από τη προσπάθεια των πρασίνων να ανοίξουν τις αποστάσεις και να αλλάξουν τη δομή αυτής της άμυνας. Ο Τζόρτζεβιτς ανέβασε πιο ψηλά τη διάταξη σε επίθεση Horns (με στόχο να τραβήξει πιο έξω τους αντίπαλους ψηλούς, ανοίγοντας την απόσταση με την τελευταία γραμμή άμυνας και δημιουργώντας χώρο στον Καλάθη για κατευθείαν ρήγμα και επίθεση στο αντίπαλο καλάθι με drive). Ένα καινούργιο στοιχείο που έβαλε ο Σάλε στο παιχνίδι των πρασίνων ήταν η απόφαση του να παίξει τον εκάστοτε κύριο δημιουργό του μακριά από τη μπάλα και συγκεκριμένα στη strong side, δίνοντας την εντολή στον Φελντέιν (και λιγότερο στον Παππά δηλ. στα off guards) να τρέξουν τα περισσότερα Pick&Rolls στον άξονα απέναντι σε μια ομάδα έτοιμη να αμυνθεί σε αυτό το κομμάτι, αναμειγνύοντας παράλληλα τους Διαμαντίδη/Καλάθη στη τελική ευθεία της επίθεσης του Παναθηναϊκού, σε δεύτερο χρόνο και εκεί που χρειάζεται η “απόφαση”, μιας και η Ουνικάχα επαναλαμβάνω ήταν αρκετά έτοιμη να αμυνθεί στον άξονα. Από το φτερό και σε δεύτερο χρόνο οι γηπεδούχοι χρειάζονταν καλό διάβασμα της άμυνας, για αυτό και έστησαν τα δυνατά χαρτιά τους εκεί. Παράλληλα στη Post επίθεση έβαλε τον Πάβλοβιτς να στήνει κάθετα screens τα οποία διευκόλυναν τη γραμμή συνεργασίας Ραντούλιτσα-Διαμαντίδη.

Ο Πλάθα κατάφερε μεν να πάει το παιχνίδι στον ρυθμό του, παίρνοντας τη πρωτοπορία στη σκακιέρα και σε επίπεδο κινήσεων/πρωτοβουλίας, αναγκάζοντας τον αντίπαλο να ακολουθεί, όμως δεν έκανε το κάτι παραπάνω και εμφάνισε πάλι την αδυναμία του στο closing. Δε μου άρεσε το γεγονός ότι δεν επέμεινε να βάλει τη μπάλα στο post μετά το μουδιασμένο ξεκίνημα του Χέντριξ χαμηλά. Μιλάμε για έναν παίχτη που θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να είναι ίσως ο πιο πλήρης γρήγορος ψηλός (καταπληκτικά χέρια, δυνατός κορμός, καλό footwork, πρόσωπο-πλάτη παιχνίδι) αν δεν ήταν τόσο cool τύπος (σε φάση που νομίζεις ότι κάνει χόμπι παίζοντας μπάσκετ) και δεν είχε αυτό το soft mentality που τον ταβανιάζει (αναφέρομαι στην ιδιοσυγκρασία του). Χωρίς τον Κουζμίνσκας και με τον Χέντριξ σε αυτή τη κατάσταση η Ουνικάχα έχασε την ευκαιρία για post πόντους απέναντι στους Ραντούλιτσα-Πάβλοβιτς και οδηγήθηκε (τελείως λανθασμένα και πάλι) σε μια επαναλαμβανόμενη (με 3-4 διαφορετικές εκφράσεις στο playbook, ξεκινώντας είτε με UCLA Cut είτε σε Diamond Set την οποία ακολουθούσαν Staggered Screens και κατέληγαν σε πλευρικά picks) Ball Screen επίθεση, κυρίως για τον Σμιθ. Επιμένοντας περιφερειακά, έχασε την ευκαιρία για πόντους από τις προσωπικές και δε χτύπησε στη καρδιά της αντίπαλης άμυνας ώστε να έχει σημείο αναφοράς η επίθεση της. Αυτό της έλειψε στη τελική ευθεία. Γενικότερα ήταν εμφανής η εντολή του Πλάθα στους παίχτες του να τρέχουν τα plays μέχρι τέλους σουτάροντας αργά στο χρόνο επίθεσης ώστε να πάει το ματς σε λίγες κατοχές. Το press 2-2-1 του Τζόρτζεβιτς (με τον Χαραλαμπόπουλο πάνω στον παίχτη-σκαλοπάτι πριν το μισό γήπεδο) δεν άλλαξε ιδιαίτερα τα πράγματα και τον ρυθμό του αγώνα. Η αδυναμία του Παναθηναϊκού σε επίπεδο ταχύτητας αναγκάζει ενστικτωδώς τους παίχτες του να χρησιμοποιούν παραπάνω από το επιτρεπτό τα χέρια τους, γεγονός που οδηγεί σε φθορά σε φάσεις μάλιστα που η μπάλα παίζεται μακριά από το καλάθι.

Κάτι τέτοιες βραδιές, στη τελευταία του σεζόν, ο Δημήτρης Διαμαντίδης μεγαλώνει τον θρύλο του. Είναι ένα από αυτά τα 8-10 (χονδρικά) πολύ καλά ματς τη σεζόν που έχει ένας τέτοιος παίχτης πλέον στο ντεπόζιτο του. Και η ομάδα (και αυτό είναι μέρος του προβλήματος) ελπίζει ότι ο μεγάλος αρχηγός θα βγάλει σε κάποιο από τα πιο κρίσιμα βράδια της σεζόν, όπου θα κρίνεται μια υπέρβαση, ίσως ένας τίτλος.. Ποια ήταν η διαφορά στο παιχνίδι των πρασίνων με τον Διαμαντίδη στο παρκέ απέναντι στην Ουνικάχα; Με τον αρχηγό τους στη πεντάδα οι πράσινοι έβαλαν τη μπάλα εκεί που πραγματικά ήθελαν στην επίθεση τους και εκμεταλλεύτηκαν κάθε λάθος αμυντική στάση η χαλαρότητα του αντιπάλου στη προσωπική άμυνα απέναντι του. Οι Skip πάσες του, κατά μήκος της άμυνας στο μισό γήπεδο, οι οποίες αποτελούν σήμα κατατεθέν του διαχρονικά έβαλαν δύσκολα στην ομάδα της Ανδαλουσίας μετακινώντας την άμυνα των Ισπανών και δίνοντας παράλληλα σπουδαίες ευκαιρίες για σκορ στους παίχτες της αδύνατης πλευράς. Χωρίς τον Διαμαντίδη απέναντι στη 2-3 ζώνη του Πλάθα, ο Παναθηναϊκός θύμιζε φοβισμένο παιδάκι που είχε χάσει το χέρι του μπαμπά του στο σκοτεινό δάσος.. Άργησε να προσαρμοστεί και ο πάγκος των πρασίνων εδώ και να παρουσιάσει κάτι αξιόλογο απέναντι στη συγκεκριμένη άμυνα (με Φελντέιν-Παππά-Γιάνκοβιτς η ομάδα δε διάβαζε καθόλου και ήταν στατική). Οι γηπεδούχοι αρχικά έβαλαν ως απάντηση ένα κόψιμο του γκαρντ από τη Weak side στη γραμμή των προσωπικών (ο Διαμαντίδης λόγω passing skills θα ήταν ο καλύτερος για αυτό αλλά βρισκόταν στον πάγκο) ενώ αργότερα είδαμε Cross Screen για τον Πάβλοβιτς χαμηλά και ανέβασμα του Γκιστ στο φάουλ όταν όμως η ομάδα είχε κλειδώσει επιθετικά αδυνατώντας να βρεί λύση.

Όσον αφορά το τέλος, ο Πλάθα (ή ο Σμιθ..) είχε τη φαεινή ιδέα να παίξει, απέναντι σε μια Switch Everything άμυνα (Γκιστ “5”, Πάβλοβιτς-Γιάνκοβιτς στα φόργουορντς) πάνω στον έναν πραγματικά πολύ καλό αμυντικό του αντιπάλο σε κατάσταση ένας με έναν (Γκιστ) ενώ στη συνέχεια ο Διαμαντίδης είχε μυριστεί ότι ο μόνος που μπορεί να σκοράρει το πολυπόθητο σουτ (και μάλιστα από τη περιφέρεια γιατί ο κλοιός στη ρακέτα είχε σφίξει) ήταν ή ο ίδιος ή ο (άστοχος έως τότε) Φελντέιν. Το έψαξε δις ο αρχηγός (ίσως στη δεύτερη και τελευταία πράσινη επίθεση έπρεπε να το μυριστεί ο Πλάθα), με τον κόουτς Τζόρτζεβιτς να βάζει ένα κόψιμο για αντιπερισπασμό από τον έτερο παίχτη της Weak side (Πάβλοβιτς) το οποίο επηρέασε την ετοιμότητα της άμυνας καθώς ο συγχρονισμός στη πάσα του Διαμαντίδη και το “σημάδι” στα όχι τόσο γρήγορα πόδια του Diez παρήγαγαν ένα καλό σουτ. Μπράβο στο Φελντέιν, αυτό δείχνει “μέταλλο”.
Τo Foul or Not?

Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι είμαι 110% υπέρ του Τζόρτζεβιτς στην απόφαση του να μη κάνει φάουλ στη τελευταία επίθεση. Το ίδιο θα επέλεγα και εγώ και ας έτρωγα το τρίποντο που θα με ανακήρυσσε αυτόματα ως τον ηλίθιο της βραδιάς στα μάτια του κοινού. Η προπονητική κύριοι είναι και θέμα ενστίκτου. Πρέπει να νιώθεις, να βλέπεις μπροστά, να έχει αυτή την έκτη αίσθηση. Όποιος σας πει ότι υπάρχει κανόνας-μπετόν σε τέτοιες καταστάσεις (αναφορικά με το φάουλ) απλά δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το άθλημα. Όπως σας έχω γράψει πριν χρόνια στη πρώτη μας κουβέντα περί αυτού, ο προπονητής καλείται να επιλέξει. Σε ένα ματς που είναι 88-86 και αντίπαλος είναι ζεστός σε μια ανάλογη κατάσταση, κάνεις φάουλ. Στο 68-66, με την Ουνικάχα να έχει 2 πόντους στα τελευταία 5’30” δε χρειάζεται σκέψη. Εμπιστεύεσαι την άμυνα σου..

ΒΙΤΟΡΙΑ

Ο Ολυμπιακός αυτή τη στιγμή είναι η ομάδα που πατάει πιο γερά τα πόδια της στο έδαφος από κάθε άλλη στη λίγκα. Οι ερυθρόλευκοι έχουν χτίσει τέτοια αυτοπεποίθηση που τους ωθεί να εκτελούν κάθε ενέργεια/πράξη τους στο παρκέ, με πολύ υψηλό δείκτη επιτυχίας. Και πάντα με ένταση. Το ματς της Βιτόρια είναι χαρακτηριστικό..

Οι πρωταθλητές Ελλάδας είναι μια πραγματικά καλοπροπονημένη ομάδα. Το βλέπεις ξεκάθαρα σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες που σταδιακά χτίζουν την εικόνα και το παιχνίδι μιας ομάδας. Ο τρόπος που εκτελούνται τα screens, το ξεμαρκάρισμα, οι μετακινήσεις με ή χωρίς τη μπάλα. Όλα γίνονται σε πολύ υψηλό επίπεδο έντασης. Άλλωστε η ομάδα είναι χτισμένη σε αυτή τη κατεύθυνση. Οι δράσεις στο παρκέ εκτελούνται με ευλάβεια και πειθαρχία κολεγιακού προγράμματος. Το φυσικό/αθλητικό επίπεδο της ομάδας συνδράμει σε αυτό σημαντικά.

Απέναντι στη φορμαρισμένη Λαμποράλ ο Γιάννης Σφαιρόπουλος είχε όλα τα όπλα για να πετύχει τους αγωνιστικούς του στόχους. Μια πλειάδα έτοιμων γκαρντς να υποστηρίξουν Two-guard lineups οι οποίες ήταν η καλύτερη απάντηση στις απλωμένες άμυνες που ενεργοποίησε ο Περάσοβιτς για να ανοίξει τον ρυθμό του παιχνιδιού. Το μεγαλύτερο προσόν αυτής της ομάδας είναι ότι μπορεί να ελέγξει τη μπάλα και μέσα από αυτό και τον ρυθμό του παιχνιδιού. Το ρόστερ είναι φτιαγμένο για να μπορεί να ελέγχει τη μπάλα σε άμυνα και επίθεση, μισό γήπεδο και transition. Quarterback skills παντού.. Η Λαμποράλ είναι η πιο fast pace ομάδα στη φετινή διοργάνωση αλλά και αυτή που βασίζεται περισσότερο από όλες στη προσωπική φάση. Αυτό την έκανε πιο ευανάγνωστη για την άμυνα του Ολυμπιακού. Οι ερυθρόλευκοι πίεσαν πολύ τη μπάλα στα 3/4 (στη Diamond Offense οι παίχτες της Λαμποράλ δε μπορούσαν να αναπνεύσουν σε απόσταση μιας πάσας με συνέπεια να μείνουν μακριά από τις καλές για αυτούς θέσεις). Τόσο πολύ που έσκασαν τον αντίπαλο.. Από ένα σημείο και μετά οι γηπεδούχοι αδυνατούν χαρακτηριστικά να σκοράρουν σε σετ κατάσταση. Eιδικά σε Close out επίθεση, η άμυνα του Ολυμπιακού είναι μακράν η καλύτερη στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Παράλληλα θα πρέπει να εξάρουμε και τη πολύ καλή παραγωγική άμυνα των ερυθρολεύκων για δεύτερο συνεχές ματς απέναντι στους Βάσκους (5/22 τη Πέμπτη, 3/14 στο ΣΕΦ, 8/36 συνολικά). Η άμυνα αλλαγών του Σφαιρόπουλου, το γεγονός ότι ο σουτέρ του αντιπάλου έχει πάντα “μακρύ” παίχτη (περιφερειακό ή ψηλό) απέναντι του και κυρίως το ότι η Λαμποράλ είναι ομάδα που παράγει τρίποντο μέσα από transition/προσωπική φάση-μετά από ντρίμπλα και όχι μέσα από κυκλοφορία της μπάλας κατά κόρον μας βοηθάει να αντιληφθούμε το γιατί..

Στην επίθεση οι ερυθρόλευκοι παρουσίασαν καλό spacing έχοντας έτοιμο πόδια να επιτεθούν στην άμυνα και να δημιουργήσουν ρήγμα, πλαίσιο που βοήθησε την ομάδα να τρέξει αρκετά Α-SET και 1-3-1 επίθεση. Είναι θετικό ότι οι παίχτες του Σφαιρόπουλου -ακόμα και σε σχήματα που δε περιέχουν ιδιαίτερη “περιφερειακή απειλή”- διατηρούν την επιθετικότητα τους beyond the arc, έχοντας αποβάλλει τη διστακτικότητα των πρώτων μηνών. Η σιγουριά που προσφέρει το δίδυμο Σπανούλη-Πρίντεζη νομίζω ότι είναι χαρακτηριστική..

ΒΑΓΓΕΛΑΣ ΚΑΙ ..ΝΒΑ

Για τον Μάντζαρη η σελίδα έχει αναφερθεί πολλάκις στο παρελθόν.. Χτύπησε καμπανάκια για τον κίνδυνο στασιμότητας του, υπογράμμισε τους τομείς που πολύ συγκεκριμένα έπρεπε να αναπτύξει. Η φετινή του βελτίωση είναι από τα πιο ευχάριστα θέματα που μπορώ προσωπικά να συζητήσω όπως και το πολύ τιμητικό ενδιαφέρον από τους Γκρίζλις. Μια βελτίωση που ξεκίνησε από πέρυσι. Αντιγράφω από ένα άρθρο του Hoopfellas τον περασμένο Μάρτιο:

Προ διετίας σταθήκαμε στο πόσο ζωτικό για αυτόν είναι να σηκώσει λίγο το βλέμμα του και να δει περισσότερο το καλάθι και τους διαδρόμους προς αυτό σε μια επίθεση που του προσφέρει το πλαίσιο, με τόσους εκτελεστές γύρω του να απορροφούν την πίεση. Ήμουν (και εξακολουθώ) αιχμηρός με το μηδενικό τουpenetration και με το ότι «ζούσε» παραγωγικά αποκλειστικά ως spot shooter. Είχα υπογραμμίσει το ότι μένει στάσιμος στο «ασφαλές» περιβάλλον του Ολυμπιακού όπου και αναδεικνύονται τα (εξαιρετικά) quarterback skills δίπλα σε γκαρντς δημιουργούς/εκτελεστές όπως ο Σπανούλης (κυρίως) και ο Σλούκας που θέλουν τη μπάλα στα χέρια και χρειάζονται ως backcourt partner έναν ball mover/stopper που θα μετακινήσει σωστά τη μπάλα και θα βγεί μπροστά στην άμυνα. Αυτή του η χρησιμότητα τον «βάλτωνε» όμως από ένα σημείο και μετά. Είστε σίγουροι ότι ο βασικός πόιντ της ομάδας που κατέκτησε δύο φορές την Ευρωλίγκα θα μπορούσε να σταθεί σαν ατομική οντότητα σε ένα διαφορετικό πλαίσιο παιχνιδιού, στο ίδιο (εννοείται τοπ) επίπεδο πάντα, με τα ίδια συγκεκριμένα εργαλεία που τον κάνουν απαραίτητο στους ερυθρόλευκους? Εγώ λέω, πολύ πιθανόν όχι.
 Είναι φανερό ότι ο Σφαιρόπουλος τον περιβάλλει με εμπιστοσύνη, όχι μόνο γιατί είναι ο παίκτης που ελέγχει τη μπάλα και το τέμπο σε μια defensive mindedομάδα, δίνοντας του επιθέσεις στο ποστ (είτε «βαθιά» σε καθαρή κατάσταση είτε ξεκινώντας με side post και απομόνωση) στο ξεκίνημα των παιχνιδιών. Οι πρώτες μπάλες έχουν βαρύτητα και οι πιο πολλοί κόουτς επιλέγουν «ασφαλείς» επιλογές για να «μπούν» σωστά, γεγονός αν μη τι άλλο τιμητικό για τον Μάντζαρη με το underconstruction post-παιχνίδι. Με την Αναντολού βέβαια βρήκε απέναντι του τον κατ’εμέ καλύτερο αμυντικό PG της διοργάνωσης φέτος (Ντρέηπερ), σε μια θέση που πιστέψτε με υπάρχουν πολλά «αμυντικά γεράκια» (ένα από αυτά είναι και ο ίδιος ο Μάντζαρης). Είναι (πολύ) σημαντικό επίσης ότι ξεκίνησε αποτυγχάνοντας σε δύο ποστ καταστάσεις και «τρώγοντας» δύο καλάθια σε ισάριθμα μις-ματς (όχι σύνηθες για τον Μάντζαρη) από τον Σάριτς που έβαλε τη μπάλα στο παρκέ και τον πήγε μέχρι μέσα, αλλά ανέκαμψε επιμένοντας σε αυτό που ξέρει να κάνει και πάνω στο οποίο έχει βασίσει την καριέρα του μέχρι σήμερα. Παίζοντας σωστό μπάσκετ. Αυτό το σωστό «σχολής Ίβκοβιτς» μπάσκετ, με σήμα-κατατεθέν την ταχύτητα και (κυρίως) απλότητα στις μεταβιβάσεις, χωρίς φανφάρες το οποίο τον ανέβασε στην ιεραρχία των ερυθρολεύκων και τον ανέδειξε ως έναν από τους παραδοσιακά πιο low mistakePGs στην κορυφαία διοργάνωση (φέτος 1 λάθος σε σχεδόν 23’). Το θέμα επαναλαμβάνω για τον παίκτη όμως είναι να είναι «δυνατός» σαν αγωνιστικό στάτους και εκτός του πλαισίου του Ολυμπιακού (καθρέπτης τα διεθνή τουρνουά που θα τον χρειαστούμε πολύ). Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσει πράγματα στο παιχνίδι του. Μου άρεσε τόσο πολύ να τον βλέπω να καλλιεργεί αυτή την επιθετικότητα ψάχνοντας τα drives (χωρίς φόβο να πατήσει στο ζωγραφιστό) απέναντι στην Αναντολού. Είναι επίσης σημαντικό να βάλει πράγματα σταδιακά και μετά από πολύ δουλειά στο παιχνίδι του. Αν ένας παίκτης αυτού του στυλ ανέβει απότομα από τα 4 στα ..10 σουτ ανά παιχνίδι τα ποσοστά και η αποτελεσματικότητα του θα κάνουν μεγαλοπρεπή βουτιά. Θέλει δουλειά και υπομονή.Ένας Μάντζαρης με περισσότερο slashing, θα γίνει αυτόματα απειλή στα closeouts, θα κεφαλαιοποιήσει το καλό φετινό spacing των ερυθρολεύκων αποσυμπιέζοντας τα off guards της ομάδας του (και δημιουργώντας παράλληλα καλύτερες συνθήκες εκτέλεσης) ενώ με το ποστ παιχνίδι θα εκμεταλλευθεί το μέγεθος του για τη θέση και στο επιθετικό, πλέον, κομμάτι και θα επισκεφτεί συχνότερα επιτέλους τη γραμμή των προσωπικών. Έπεται το σουτ μετά από ντρίμπλα. Η «αχίλλειος πτέρνα» των μεγάλων PG της σχολής μας στη νεότερη εποχή. Αλλά οι Παπαλουκάς & Διαμαντίδης είχαν άλλα όπλα, σε υπερθετικό βαθμό με τα οποία επιβάλλονται «καταπίνοντας» αυτή τους την αδυναμία..

Μπορεί ο Βαγγέλης να βρεί ρόλο στην Αμερικανική λίγκα; H αλήθεια είναι ότι οι δεξιότητες του μπορούν να απορροφηθούν πολύ καλύτερα στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ο Μάντζαρης είναι για το “από εδώ” μπάσκετ. Είναι αδύναμος (για το επίπεδο του ΝΒΑ) στη προσωπική φάση, του λείπει η ταχύτητα, το σουτ μετά από ντρίμπλα. Εφόδια πολύ σημαντικά για να επιβιώσει ένας PG στη συγκεκριμένη λίγκα. Μιλάμε για έναν πολύ διαφορετικό κόσμο. Στην Ευρωλίγκα ο Μάντζαρης είναι ίσως ο καλύτερος 1 on 1 αμυντικός για παράδειγμα. Στο ΝΒΑ με τη διαφορετικότητα σε επίπεδο “χώρων” και “προσόντων” κρίνεται αρχικά average. Αυτό δε σημαίνει ότι όσο βελτιώνεται ο παίχτης δε μπορεί να κοιτάξει προς το όνειρο. Μπορεί η αμερικανική λίγκα να μην αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον για τα προσόντα του Μάντζαρη, όμως το Μέμφις αποτελεί τον ιδανικό προορισμό σε περίπτωση μετακίνησης του σε αυτή..

Υ.Γ: Για Παπανικολάου μπήκε από την αρχή ο Άρης. Ο παίχτης θέλει “ομάδα TOP-16 Eυρωλίγκας” αλλά δεν είμαι σίγουρος πόσοι θα πάρουν το ρίσκο. Εχθές έμαθα ότι μπήκε και ο Ολυμπιακός..

Υ.Γ1: Αν και τα χαρακτηριστικά του Κρίστμας ταιριάζουν σε αυτό που ζητά η ΑΕΚ, ο Αμερικανός έχει αρκετό καιρό να παίξει καλό μπάσκετ. Το κίνητρο του είναι αμφίβολο. Ο συνεργάτης μου στο Ισραήλ ο οποίος τον κοουτσάρισε το 2010 στη Hapoel Afula επιμένει “εφόσον βρει έναν προπονητή που θα τον περιβάλλει με εμπιστοσύνη και δε θα τον καθίζει στον πάγκο μετά τα πρώτα δύο άστοχα σουτ μπορεί να παίξει πολύ καλά”. Θα επανέλθουμε για αυτό..

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ