Η περυσινή Offseason στιγματίστηκε από τη μετακίνηση ενός σεβαστού αριθμού NBAers στην Ευρώπη μιας και αρκετοί παίχτες της κορυφαίας λίγκας του πλανήτη αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα, βρίσκοντας το επόμενο συμβόλαιο τους στα μέρη μας. Ποιοι free-agents/έχοντες non-guaranteed contract μπορούν να αποτελέσουν τη φετινή φουρνιά, κάνοντας το ταξίδι πέρα από τον Ατλαντικό; Το Hoopfellas σας παρουσιάζει μερικές από τις καλύτερες πιθανές περιπτώσεις…
Η πανδημία έχει καταλύσει σχεδόν κάθε δραστηριότητα στον πλανήτη, έχοντας φυσικά “κλειδώσει” και το αθλητικό κομμάτι σε μια περίοδο όπου οι λίγκες προσπαθούν να βρουν πιθανές λύσεις, εξετάζοντας εξονυχιστικά την πιθανότητα του να δώσουν ένα τέλος στη σεζόν με κάποια αγωνιστική μορφή που θα μειώσει τη τεράστια οικονομική -πρωτίστως- ζημιά. Αυτό είναι το θέμα που απασχολεί τις ημέρες αυτές και τους ιθύνοντες των συλλόγων της Ευρωλίγκας. Οι επαφές μεταξύ των υπευθύνων δίνουν και παίρνουν καθημερινά με σκοπό να βρεθεί μια κοινή γραμμή μεταξύ των συλλόγων αλλά και μεταξύ συλλόγων-παιχτών αναφορικά με τη τύχη των συμβολαίων.
Στα media μπορεί να διαβάζεται διάφορα όμως αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να “τρέξει” κάτι αναφορικά με κινήσεις της Offseason καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις το πλάνο της νέας σεζόν (οικονομικά και -κατά συνέπεια- αγωνιστικά) θα εξαρτηθεί από το πως θα κλείσει η φετινή. Παράλληλα οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας ότι μια νέα πραγματικότητα ξημερώνει. Οι επενδύσεις των ομάδων είναι λογικό να είναι μικρότερες, τουλάχιστον για ένα εύλογο διάστημα, κατάσταση που θα διαφοροποιήσει και την πολιτική των τιμολόγησης. Το κάθε σεντ έχει διπλάσια σημασία. Οι ομάδες οι οποίες διαθέτουν ένα καλά δομημένο δίκτυο οργάνωσης, δουλεύουν σε βάθος στο κομμάτι του scouting και της ατομικής βελτίωσης (γιατί δεν μπορείς να κεφαλαιοποιήσεις πάντα το καλό scouting χωρίς τεχνογνωσία βελτίωσης) δίνοντας παράλληλα έμφαση σε κάθε λεπτομέρεια, θα ξεχωρίσουν. Αλήθεια, πόσα χρόνια μιλάμε εδώ για αυτή την ημέρα που έρχεται, χωρίς απαραίτητα να έχουμε φανταστεί τη συγκεκριμένη συγκυρία..;
Σήμερα θα δούμε μαζί μια λίστα παιχτών από το ΝΒΑ. Αθλητές οι οποίοι συγκεντρώνουν αρκετές πιθανότητες (με βάση το timing και πάντα σε συνάρτηση με το αγωνιστικό & οικονομικό τους status) να περάσουν τον Ατλαντικό και να βρεθούν στην Ευρώπη τη χρονιά που θα ακολουθήσει, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους.
Πάμε να ανοίξουμε τον φάκελο τους…
Khyri Thomas (1.91-G/F-1996, Νοn-guaranteed contract)
Ο άλλοτε σταρ του Creighton (Νο 38 του draft το 2018 από τους Σίξερς, τον έστειλαν στο Ντιτρόιτ) αντιμετώπισε πρόβλημα τραυματισμού φέτος, χάνοντας την ευκαιρία να διεκδικήσει ρόλο στο rotation των Πίστονς. Αυτό περιπλέκει αρκετά τα πράγματα στην περίπτωση του. Η τρίτη σεζόν του συμβολαίου δεν είναι εγγυημένη και ο ίδιος έχει χάσει σημαντικό έδαφος στον εσωτερικό ανταγωνισμού μιας και οι Mykhailiuk-Bruce Brown άφησαν καλές εντυπώσεις γεμίζοντας το κενό πίσω από τον Luke Kennard.
O Τhomas διαθέτει ένα εξαιρετικό 3 & D-πακέτο το οποίο μπορεί να απορροφηθεί εύκολα σε μια καλή ευρωπαϊκή ομάδα. Σε αντίθεση με το περιβάλλον του ΝΒΑ, στην Ευρώπη λογίζεται ως wing. Το πολύ δυνατό του κορμί σε συνδυασμό με τα μακριά του άκρα (6’10” wingspan) τον βοηθούν να αμυνθεί και στις δύο γραμμές. Η ικανότητα του να μετατρέπει την άμυνα σε άμεση επίθεση είναι παροιμιώδης (συνολικά είναι εξαιρετικός στα μετόπισθεν). Κοντρολαρισμένος παίχτης που παίζει το άθλημα στη σωστή του βάση. Εξαιρετικός σουτέρ τριών πόντων με πολύ αποτελεσματική off screen-δράση και εκτέλεση μετά από ντρίμπλα. Διαβάζει σωστά την άμυνα με ή χωρίς τη μπάλα. Δεν είναι ιδιαίτερα παραγωγικός σε 1on1 καταστάσεις -μείον για το ΝΒΑ όπου λογιζόταν ως γκαρντ- παρότι έχει δείξει ότι ξέρει να τελειώνει μετά από επαφή (στο κολέγιο τελείωνε στο ζωγραφιστό σε αρκετά μεγαλύτερη συχνότητα από τον συμπαίχτη του Marcus Foster).
Tο γρήγορο τέμπο της επίθεσης του Creighton η οποία μάλιστα βασιζόταν στο spacing και την κίνηση της μπάλας, μπορούν να αποτελέσουν ένα καλό εκπαιδευτικό υπόβαθρο για αυτόν στην περίπτωση που περάσει τον Ατλαντικό και ενταχθεί στο από εδώ παιχνίδι. Έχει τις προδιαγραφές να εξελιχθεί σε έναν 3&D-Shooting wing στο στυλ του KC Rivers στην Ευρώπη.
Garrison Mathews (1.98-SF-1996)
O Mathews πήρε φέτος το ένα two way-συμβόλαιο των Wizzards με όχημα την -τόσο σημαντική στο σύγχρονο ΝΒΑ- ικανότητα του να σουτάρει πίσω από τη γραμμή του τριπόντου. “Θρύλος” στο ταπεινό Lipscomb του Tennessee το οποίο οδήγησε, στη junior season του, για πρώτη φορά στο μεγάλο τουρνουά του κολεγιακού πρωταθλήματος.
Ενώ λοιπόν στη σκηνή του ΝΒΑ ο 24χρονος G/F κατείχε αποκλειστικά τον ρόλο του floor spacer, μια επικείμενη μετάβαση του στην Ευρώπη μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά ως προς την ανάδειξη κάποιων άλλων, “σκονισμένων” αρετών του πακέτου που διαθέτει. Πρόκειται για καλύτερο αθλητή από ότι δείχνει με μια πρώτη ματιά ενώ οι δυνατότητες του στο να παίξει με τη μπάλα στα χέρια είναι ελαφρώς υποτιμημένες. Δεν χαρακτηρίζεται από αποτελεσματικό 1on1 παιχνίδι γιατί δεν διαθέτει σπουδαίο ball handling ή ιδιαίτερα καλό πρώτο βήμα όμως μπορεί να αποτελέσει παράγοντα στη close out-επίθεση καθώς διαβάζει σωστά τη μετακίνηση, ξέρει πότε να βάλει τη μπάλα στο παρκέ και μπορεί να πασάρει σε δεύτερο χρόνο.
Οι catch & shoot καταστάσεις αποτελούν το καλό του κομμάτι. Αποτελεσματικός περιφερειακός εκτελεστής στο μισό αλλά και στο ανοιχτό γήπεδο (στήνει γρήγορα τα πόδια του, απελευθερώνει επίσης γρήγορα). Ο Mathews φέρνει το τυπικό πακέτο του σουτέρ που ευημερεί διαχρονικά σε λίγκες όπως η ισπανική ή η γερμανική. Διόλου απίθανο να τον δούμε σύντομα στην Ευρώπη.
Ante Zizic (2.11-C-1997)
Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν πολύ καλά για τον νεαρό Κροάτη στην Αμερική. Ο άλλοτε first rounder των Σέλτικς δυσκολεύτηκε σημαντικά στο να ακολουθήσει τη ταχύτητα του παιχνιδιού στο ΝΒΑ, πέφτοντας “θύμα” της αλλαγής και της αγωνιστικής στροφής που διαδραματίζεται στη λίγκα τα τελευταία χρόνια. Αποτελεί δε, χαρακτηριστικό παράδειγμα του αναχρονιστικού χαρακτήρα που έχει λάβει πλέον το παλιομοδίτικο στυλ αντίστοιχων ψηλών.
Ο Zizic απώλεσε σταδιακά στοιχεία που στην Ευρώπη εντάσσονταν στο δυνατό κομμάτι του οπλοστασίου του. Δεν τρέχει το ίδιο καλά το κεντρικό διάδρομο, έχει χάσει μέρος της πολλά υποσχόμενης (σε συνάρτηση με την ηλικία ) πλαστικότητας του. Είναι όμως μόλις 23 ετών. Η επιστροφή στην Ευρώπη μπορεί να τον βοηθήσει να ξαναβρεί τον δρόμο του. Το παιχνίδι με πλάτη στο καλάθι παραμένει πολύ χρήσιμο στα μέρη μας όπως και η ικανότητα του να υποστηρίξει την επίθεση ενός συνόλου με τη δυναμική του στο επιθετικό ριμπάουντ και το γεγονός ότι σε αυτές τις καταστάσεις ξέρει να τελειώνει σωστά, χωρίς απαραίτητα να κατεβάσει τα χέρια του (μεγάλο συν για ψηλό παίχτη). Η αποτελεσματικότητα του συνολικά στο κομμάτι του ριμπάουντ είναι σημαντική.
Ποιος ξεχνάει άλλωστε ότι στη σειρά του 2017, ήταν (μαζί με την match up-ζώνη) ο “Δούρειος Ίππος” του Ντέιβιντ Μπλατ, στην προσπάθεια εκείνης της εξαιρετικής Νταρουσάφακα (Ουοναμέικερ, Κλάιμπερν, Ουίλμπεκιν, Μπέρτανς, Μόερμαν) απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης…
Frank Mason III (1.80-PG-1994)
Όχι ακριβώς ο τυπικός μικρόσωμος scoring-PG. Οι γνώστες του κολεγιακού, νομίζω μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ… Ο Mason υπήρξε ο ηγέτης (με κάθε πιθανή έκφανση του όρου) του Κάνσας όντας ένας από τους αποτελεσματικότερους παίχτες του κολεγιακού μπάσκετ εκείνη την εποχή. Οι Κινγκς του έδωσαν το Νο34 του ντραφτ πίσω στο 2017 όμως η συνθήκη μάλλον δεν τον ευνόησε, με αποτέλεσμα φέτος να μετακινηθεί στο Μιλγουόκι.
Ο 26χρονος PG έπαιξε λίγο στους Μπακς φέτος, περνώντας τον περισσότερο χρόνο του στην αναπτυξιακή λίγκα. Διαθέτει ένα ολοκληρωμένο επιθετικό πακέτο που του δίνει τη δυνατότητα να σκοράρει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Περιφερειακή εκτέλεση μετά από ντρίμπλα ή μετά από off ball-δράση, 1on1, slashing, σκορ μετά από επαφή. Είναι ιδιαίτερα δυνατός για παίχτη τέτοιας κοπής. Αυτό του το στοιχείο σε συνδυασμό με την αθλητικότητα (για τα δικά μας δεδομένα) του δίνει bonus στο αμυντικό κομμάτι. Καλό πρώτο βήμα, average όμως τελευταίο πάτημα το οποίο τον πλήγωσε απέναντι στο ελίτ μέγεθος του ΝΒΑ. Η ταχύτητα αποτελεί το βασικό προσόν του. Νομίζω ότι εάν αποκωδικοποιήσει σωστά το καινούργιο για αυτόν πλαίσιο χώρων σε μια πιθανή μετάβαση του στην Ευρώπη, μπορεί να αποβεί αρκετά παραγωγικός.
Jordan Bell (2.05-C-1995)
Για τον Bell μιλήσαμε σε ένα από τα τελευταία άρθρα μας όμως για λόγους αρχείου θεωρώ σωστό να τον τοποθετήσουμε και εδώ. Αντιγράφω το κομμάτι που αναφέρεται σε μερικά από τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του.
“Ο Bell μπορεί να αποτελέσει ένα πραγματικά καλό fit όμως για το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Είναι το περιβάλλον που του ταιριάζει καλύτερα με βάση τα δεδομένα του παιχνιδιού του στην παρούσα φάση. Πρόκειται για ελίτ αθλητή και έναν αρκετά αποτελεσματικό αμυντικό παίχτη ο οποίος μπορεί να απλώσει δίχτυ μπροστά από το καλάθι της ομάδας του με την ικανότητα του στο rim protection (σούπερ από θέση βοήθειας).
Oι προδιαγραφές του για μια λίγκα (όπως η EL) η οποία αρέσκεται να απορροφάει γρήγορους ψηλούς με δυνατότητα στην υποστήριξη της switching defense, καλά τρεξίματα στο transition και επαρκή PnR συμπεριφορά, μοιάζουν αρκετά καλές. Έχει δείξει από τα χρόνια του Όρεγκον ότι μπορεί κάποια στιγμή να αναβαθμίσει κι άλλο την ικανότητα του βάζοντας τη μπάλα στο παρκέ (στοιχείο που άρεσε στον Στιβ Κερ, στην Ευρώπη βέβαια το πλαίσιο χώρων είναι διαφορετικό και τέτοια παιδιά χρειάζονται συνήθως ένα εύλογο διάστημα προσαρμογής ώστε να το αποκωδικοποιήσουν) αλλά και να πασάρει. Νομίζω πως ο Bell μπορεί να απασχολήσει κάποια ή κάποιες ομάδες της Ευρωλίγκας την ερχόμενη off season”.
Εν ολίγοις, νομίζω πως ο Bell μπορεί να απασχολήσει φέτος το καλοκαίρι σοβαρά κάποιες ομάδες στο υψηλό ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό.
Raul Neto (1.88-PG-1992)
O Βραζιλιάνος PG αφήνει πίσω την πέμπτη του σεζόν στο ΝΒΑ. Μετά από 4 χρόνια στους Τζαζ και τη Γιούτα, μετακόμισε φέτος στους Σίξερς βρίσκοντας ρόλο στο βάθος του backcourt. Παρ’όλα αυτά, με τη free agency να τον περιμένει αυτό το καλοκαίρι, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα καταφέρει να κερδίσει ένα συμβόλαιο στην Αμερική και η επιστροφή στην Ευρώπη πλέον αποτελεί μια διόλου ευκαταφρόνητη πιθανότητα.
Ο Neto είναι σε πολύ καλή ηλικία (28). Μη ξεχνάμε ότι παίζει από τα 19 του σε υψηλό επίπεδο. Μετράει 4 σεζόν στην ACB και άλλες 5 στο ΝΒΑ. Τα τελευταία χρόνια (αφουγκραζόμενος προφανώς τις τάσεις) βελτίωσε το περιφερειακό του σουτ το οποίο αποτελούσε την αδυναμία του, κατανοώντας ότι ένας παίχτης με τα δικά του χαρακτηριστικά δύσκολα θα καταφέρει να παραμείνει στη μεγάλη λίγκα χωρίς τουλάχιστον αξιοπρεπή περιφερειακή εκτέλεση. Δεν έφτασε ακόμα στο σημείο να εκτελεί αυτοματοποιημένα το pull up στις ball screen-καταστάσεις όμως οι επιδόσεις του έχουν σημειώσει πρόοδο.
Στην Ευρώπη το πακέτο του Neto έχει αξία. Διαθέτει το κατάλληλο μέγεθος για τη θέση, προσωπικότητα, καλό πρώτο βήμα ώστε να δημιουργήσει ρήγμα και να βάλει πίεση στις άμυνες παρότι ποτέ δεν έφτασε το playmaking του στο επίπεδο του Χουέρτας. Στα συν του το γεγονός ότι έχει ευρωπαϊκή εμπειρία, ιταλικό διαβατήριο (συν τις 4 σεζόν εργασίας στην Ισπανία) ενώ η τριβή του με το παιχνίδι της FIBA και τα διεθνή τουρνουά αποτελεί ένα ακόμα πλεονέκτημα. Η περίπτωση του έχει ενδιαφέρον αναφορικά με το που θα καταλήξει.
Kevin Hervey (2.06-PF/SF-1996)
O Hervey αγωνίστηκε ελάχιστα με τους Θάντερ φέτος (ντραφτ Νο 57 το 2018) και στην επιστροφή του στην αναπτυξιακή εμφανίστηκε πολύ “συντηρητικός” σε σχέση με το ξεκίνημα της σεζόν, ακουμπώντας υπερβολικά στην περιφερειακή εκτέλεση. Είναι σαφώς καλύτερος παίχτης όμως από ότι δείχνουν τα νούμερα του. Η αίσθηση που έχει δημιουργηθεί είναι ότι ο 24χρονος φόργουορντ με τη μικρή εμπειρία ανταγωνισμού σε υψηλό επίπεδο δεν είναι ο τύπος του παίχτη που μπορεί να γεμίσει πιο “δεύτερους” ρόλους και αυτό φυσικά έχει μεγάλο αντίκτυπο αναφορικά με την απορρόφηση του στη μεγάλη λίγκα.
Στην περίπτωση του όμως οι δεξιότητες είναι “εκεί”. Ο Hervey είναι ένας skilled φόργουορντ με αρκετά ενδιαφέρον φυσικό/αθλητικό πακέτο. Μπορεί να λειτουργήσει ως point-forward τρέχοντας δράσεις στην επίθεση αν και η αποτελεσματικότητα του στο κομμάτι της αποφάσεις (ειδικά μετά από PnR) θέλει δουλειά. Μιλάμε βέβαια για ένα παιδί το οποίο στην Ευρώπη θα κληθεί να αγωνιστεί πιο κοντά στο καλάθι, καλύπτοντας τη θέση “4”. Διαθέτει καλό περιφερειακό σουτ και μπορεί να βάλει τη μπάλα στο παρκέ πηγαίνοντας μέχρι μέσα απέναντι σε αντιπάλους διαφορετικού μεγέθους και ταχύτητας. Πρόσωπο-πλάτη παιχνίδι, καλός πασέρ και ριμπάουντερ. Ενώ η άμυνα του στη μπάλα κρίνεται ικανοποιητική, πολλές φορές δεν δεσμεύεται στην αντίστοιχη μακριά από αυτή κάνοντας λάθη (σε επίπεδο θέσεων ή αργών rotations) από έλλειψη συγκέντρωσης. Το ερώτημα με τον Hervey αφορά την αποτελεσματικότητα του και συνολικά τη μετάφραση του πακέτου του εντός ενός συνόλου με υψηλούς στόχους.
Matthew Dellavedova (1.93-PG-1990)
O σπουδαίος Αυστραλός PG είχε φετινές αποδοχές της τάξεως των …9.5 εκατομμυρίων δολαρίων όμως το performance του ήταν κατώτερο και από συναδέλφου του με two way-συμβόλαιο, ως συνέχεια της αγωνιστικής πτώσης που βιώνει εδώ και καιρό.
Ας μη γελιόμαστε. Ο Dellavedova πληρώνεται ακόμα την απόδοση του στους τελικούς του 2016 όπου το gritty style του ταίριαξε πλήρως με εκείνη την ομάδα των Καβς η οποία έφτασε στον τίτλο. Τα πράγματα ρεαλιστικά για αυτόν δεν θα είναι τόσο εύκολα το ερχόμενο καλοκαίρι αναφορικά με την απορρόφηση του στην κορυφαία λίγκα του πλανήτη. Είτε λοιπόν θα περιμένει το δώρο μιας ομάδας που θα χρειαστεί έναν βετεράνο αποδυτηρίων συν λίγο βάθος στη θέση “1” (προφανώς για λίγα χρήματα) είτε θα στρέψει το βλέμμα του αλλού. Πίσω στην πατρίδα ή στην Ευρώπη όμως;
O Dellavedova είναι ακόμα 30 ετών και η μειωμένη αθλητικότητα μπορεί να πλήξει λιγότερο το performance του στην Ευρώπη. Παραμένει ένας εξαιρετικός playmaker που γνωρίζει πολύ καλά πως να τρέχει PnR δράσεις. Έχει δύναμη, μέγεθος, προσωπικότητα, οξυδέρκεια, υψηλό IQ και μπορεί να επηρεάσει το παιχνίδι με διαφορετικούς τρόπους. Το ζήτημα σε ανάλογες περιπτώσεις αθλητών σε αυτό το στάδιο της διαδρομής τους και με αντίστοιχο υπόβαθρο, αφορά τη διάθεση και το πως οραματίζονται την επόμενη ημέρα της καριέρας τους. Είτε αναζητάς τη δράση, είτε λες “μέχρι εδώ”. Νομίζω καταλαβαινόμαστε…
Kyle O’Quinn (2.08-C-1990)
Η φετινή σεζόν έδειξε πειστικά ότι ο θηριώδης C/F έχει αφήσει πίσω την κορυφή του βουνού. Ο Ο‘Quinn αγωνίστηκε φέτος στη Φιλαδέλφια κάνοντας αυτά που ξέρει να κάνει τόσα χρόνια στον ρόλο του “μπάνγκερ” από το βάθος της frontcourt όμως ρεαλιστικά, η πιθανότητα της Ευρώπης δεν μοιάζει καθόλου μακρινή για αυτόν πλέον, στα 30 του χρόνια.
Ο Ο’Quinn είναι καθαρά “5” για το δικό μας μπάσκετ και αποτελεί έναν ψηλό ο οποίος μπορεί να γεμίσει τη ρακέτα με τα κυβικά του. Παραμένει ένας αξιόπιστος ριμπάουντερ ενώ η άμυνα του στο low post αποτελεί δυνητικά το πιο φανταχτερό “καλούδι” του αγωνιστικού του πακέτου. Πολύ φυσικός με καλό positioning στο ζωγραφιστό, διαθέτει το γνωστό συμπαθητικό σουτ από μέση απόσταση και την ικανότητα να λειτουργήσει ως εναλλακτικός δημιουργός από το ψηλό ποστ. Το γεγονός ότι η αθλητική του ικανότητα έχει υποχωρήσει μειώνει το εύρος της παραγωγικής του προοπτικής στο δικό μας παιχνίδι (ποτέ άλλωστε δεν διεκδικούσε τέτοιες δάφνες).
Το μεγαλύτερο ερωτηματικό στην περίπτωση του σε συνάρτηση με την ευρωπαϊκή κουλτούρα αφορά ίσως την ιδιοσυγκρασία του ως προσωπικότητα. Ας πούμε ότι δεν κρατάει το στόμα του κλειστό σε στιγμές όπου ένας επαγγελματίας οφείλει να το κάνει. Και όταν μετά από 8 σεζόν στο ΝΒΑ το χαρακτηριστικό αυτό παραμένει “εκεί”, είναι εύλογο να γεννηθούν δεύτερες σκέψεις στους προπονητές της ευρωπαϊκής σχολής.
Jordan McLaughlin (1.81-PG-1996)
Ίσως ο παίχτης του οποίου η προοπτική στο ευρωπαϊκό μπάσκετ μου αρέσει περισσότερου από την αντίστοιχη κάθε άλλου, σε αυτή τη λίστα. Undrafted (βγήκε από το Southern California), πέρασε την περυσινή σεζόν στην αναπτυξιακή ,παίζοντας τα πρώτα του παιχνίδια στο ΝΒΑ φέτος με τη Μινεσότα.
Ο McLaughlin είναι μια πραγματικά καλή περίπτωση PG για το δικό μας παιχνίδι. Παρότι υπολείπεται σε σωματικά προσόντα (ύψος, frame) είναι ταχύτατος και αρκετά αθλητικός διαθέτοντας δυνατό πρώτο βήμα και ένα άκρως αξιοπρόσεκτο τελευταίο πάτημα που τους δίνει “πόντους” αναφορικά με την αποτελεσματικότητα του στην περιοχή του “βαμμένου”. Ικανός στο ένας με έναν, αξιόλογος σουτέρ μετά από ντρίμπλα, οξυδερκής και αποτελεσματικός σε όρους decision-making ώστε να είναι σε θέση να επηρεάσει το παιχνίδι ακόμα και sτις βραδιές που δεν θα συνδεθεί με το καλάθι. Είναι στα καλύτερα του όταν μπαίνει στον ρόλο του pass first-PG, αναμειγνύοντας τους συμπαίχτες του στην επίθεση. Καλός αμυντικός. Χρησιμοποιεί σωστά τα χέρια του, έχει καλό footwork και μπορεί να βάλει πίεση στη μπάλα.
Έκανε πολύ καλές εμφανίσεις στα 30 φετινά ματς του με τους Γουλβς και αντικειμενικά οι πιθανότητες του να βρει συμβόλαιο στο ΝΒΑ είναι καλές. Όμως ο ανταγωνισμός στη θέση του είναι τεράστιος καθώς είναι μεγάλος ο όγκος των περιφερειακών που θα παλέψουν για μια θέση στη λίγκα. Όλα είναι καθαρά θέμα timing και fit. Σας προτείνω να κρατήσετε το όνομα του.
Η περίπτωση του Jaylen Adams
Σε αντίθεση με τους παραπάνω παίχτες που (άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο) πάτησαν φέτος τα παρκέ του ΝΒΑ, ο Jaylen Adams (1.88-G-1996) πέρασε ολόκληρη τη σεζόν στην αναπτυξιακή λίγκα με τη θυγατρική των Μπακς. Πέρυσι είχε αγωνιστεί σε 34 παιχνίδια με τους Χοκς ως ρούκι στη μεγάλη σκηνή. Το performance του βέβαια τη τρέχουσα (…) περίοδο ήταν αρκετό για να του χαρίσει μια θέση στην TEAM USA για τα παιχνίδια που έδωσε αυτή στην αρχή του 2020 απέναντι στο Πουέρτο Ρίκο.
Ο Adams είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση combo guard, από αυτούς που η αξία τους βρίσκεται σε άνοδο στο χρηματιστήριο του αθλήματος τα τελευταία χρόνια. Οι μύστες του κολεγιακού θα τον θυμούνται ως ηγέτη του St. Bonaventure όπου συνέθεσε ένα άκρως παραγωγικό δίδυμο με τον γνωστό μας Matt Mobley. Πρόκειται για έναν κοντρολαρισμένο γκαρντ με εξαιρετικά shooting skills, δυνατό κορμό και above average επιδόσεις στο αμυντικό κομμάτι. Μπορεί να λειτουργήσει το ίδιο καλά με τη μπάλα στα χέρια και χωρίς αυτήν. Εξίσου ικανός σε 1on1 καταστάσεις (είναι πιο αθλητικός από ότι φαίνεται) αλλά και μέσα από off screen-δράσεις. Φέτος έπαιξε μαζί με τον Frank Mason στους Wiskonsin Herd.
To πρόβλημα αναφορικά με τη μετάφραση του πακέτου στο υψηλό επίπεδο του ΝΒΑ είναι ότι στη συγκεκριμένη λίγκα ο Adams οφείλει να απορροφηθεί στη θέση “1” ενώ στην πραγματικότητα λειτουργεί καλύτερα ως secondary ball-handler, παίζοντας δίπλα σε έναν πραγματικό PG. Ενώ λοιπόν η ικανότητα που ορίζεται μέσα από τις combo δεξιότητες του, τον βοηθάει στο να “τρέχει” PnR δράσεις ως main ball handler, το κομμάτι της απόφασης του χρειάζεται δουλειά. Παρ’όλα αυτά, ο Adams έχει τα εργαλεία για να παίξει καλό μπάσκετ στην Ευρώπη όντας μάλιστα μια εύκολα προσβάσιμη και προσιτή περίπτωση αυτή την εποχή για έναν σύλλογο στο υψηλό επίπεδο ανταγωνισμού.
Υ.Γ: Η συνθήκη που δημιουργείται με το βλέμμα πάντα στη νέα σεζόν, βρίσκει τους δύο “αιωνίους” με ένα πλεονέκτημα. Ο Ολυμπιακός φαίνεται πως έχει καλύψει σημαντικές θέσεις στο καινούργιο ρόστερ, με παίχτες χαμηλού κόστους και υψηλής δυναμικής αναφορικά με την ακτίνα βελτίωσης τους (Έλις, Μακίσικ, Μάρτιν), έχοντας (θεωρητικά πάντα) ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για να διαθέσει στη στελέχωση της περιφερειακής γραμμής. Ο Παναθηναϊκός με τη σειρά του διαθέτει έναν ισχυρό πυρήνα Ελλήνων παιχτών σε καλή ηλικία που θα αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της καινούργιας ομάδας. Παιδιά όπως ο Παπαπέτρου (αξιολογείται πλέον ως πυλώνας της επιθετικής λειτουργίας για το επόμενο σύνολο, status που έπιασε μέσα στη χρονιά που αφήνουμε πίσω αλλά δεν είχε το καλοκαίρι όταν χτιζόταν το ρόστερ), ο Μήτογλου ή ο Παπαγιάννης ξεκινούν ένα σκαλοπάτι επάνω πλέον, αναφορικά με τη δυναμική τους εντός της ομάδας. Στην περίπτωση των πρασίνων βέβαια προέχει το ζήτημα του προπονητή. Ας κάνουμε λίγη υπομονή και για τους δύο όμως. Θα έρθει η στιγμή που θα τα πούμε αναλυτικά…
Υ.Γ1: Chicago Stadium>United Center
Υ.Γ2: Ο Μάικλ Γιάνγκ αποτέλεσε έναν από τους μεγαλύτερους σκόρερ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, αφήνοντας το στίγμα του με τη φανέλα της Λιμόζ. “Κυνηγήθηκε” όσο ελάχιστοι από τις αντίπαλες άμυνες καθώς η σπουδαία γαλλική ομάδα τότε δεν είχε ουσιαστικά άλλες αξιόπιστες επιθετικές επιλογές (πέραν του Αμερικανού και του Ζντοβτς ή αργότερα του Ντάνι Γιανγκ). Πάτησε στην κορυφή το 1993 στην Αθήνα, ρίχνοντας νοκ-άουτ δύο γίγαντες του ευρωπαϊκού μπάσκετ (Σαμπόνις-Ρεάλ, Κούκοτς-Μπένετον)…